Μολυσματικές ασθένειες

COVID-19: Ρινικές ενέσεις μπορούν να επαναφέρουν τη μακροχρόνια απώλεια όσφρησης

Στις αρχές της πανδημίας, όταν τα άτομα με COVID-19 άρχισαν να αναφέρουν ότι χάνουν την όσφρησή τους, η Zara Patel, MD, καθηγήτρια ωτορινολαρυγγολογίας στο Stanford Medicine, που μελετά εδώ και χρόνια την απώλεια όσφρησης ως σύμπτωμα των ιογενών λοιμώξεων, εξήγησε ότι πολλοί ιοί μπορούν να προκαλέσουν απώλεια όσφρησης, επομένως δεν ήταν περίεργο για αυτήν και τους συνάδερφους της ότι η COVID-19 προκαλεί απώλεια όσφρησης και γεύσης. Η Patel, γνώριζε επίσης, ότι η απώλεια αυτή θα μπορούσε να διαρκέσει για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα και ότι λίγες αποτελεσματικές θεραπείες ήταν διαθέσιμες. (Απώλεια όσφρησης από COVID: Μπορεί μια ένεση να την θεραπεύσει;)

Το πλούσιο σε αιμοπετάλια πλάσμα μπορεί να επαναφέρει την όσφρηση των ατόμων που νόσησαν με COVID-19;

Σύμφωνα με μια έρευνα του 2022, η οποία πραγματοποιήθηκε από την Patel και τους συνεργάτες της, περίπου το 15% των ανθρώπων που παρουσίασαν απώλεια όσφρησης από την COVID-19, συνέχισαν να έχουν προβλήματα έξι μήνες αργότερα. Τώρα, η ομάδα της Patel έχει δοκιμάσει μια νέα θεραπεία για τη μακροχρόνια απώλεια όσφρησης που σχετίζεται με την COVID-19, χρησιμοποιώντας ενέσεις πλάσματος πλούσιου σε αιμοπετάλια, που προέρχεται από το αίμα του ίδιου του ασθενούς. Στη μελέτη, στην οποία συμμετείχαν 26 άτομα, όσοι έλαβαν τη συγκεκριμένη θεραπεία είχαν 12,5 φορές περισσότερες πιθανότητες να βελτιωθούν, συγκριτικά με τους ασθενείς που έλαβαν ενέσεις εικονικού φαρμάκου. Η μελέτη δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο Διεθνές Φόρουμ Αλλεργίας και Ρινολογίας.

Το πλούσιο σε αιμοπετάλια πλάσμα είναι μια συμπυκνωμένη μορφή πλάσματος. Είναι πλούσιο σε αιμοπετάλια και αυξητικούς παράγοντες (ενώσεις που είναι γνωστό ότι βοηθούν στην αναγέννηση του ιστού). Το πλούσιο σε αιμοπετάλια πλάσμα, θεωρείται ότι θεραπεύει την ήπια αρθρίτιδα όταν χρησιμοποιείται στις αρθρώσεις, μειώνει τις ρυτίδες όταν χρησιμοποιείται στο πρόσωπο και αναζωπυρώνει τα μαλλιά όταν εγχέεται στο τριχωτό της κεφαλής. (Η απώλεια όσφρησης αποτελεί καθοριστικό σύμπτωμα της COVID-19)

Η Patel ήταν αρχικά δύσπιστη για την αποτελεσματικότητα μιας τέτοιας θεραπείας, αλλά της κίνησε το ενδιαφέρον μια μελέτη που έδειχνε ότι οι ενέσεις πλάσματος πλούσιου σε αιμοπετάλια ήταν εξίσου αποτελεσματικές με τη χειρουργική επέμβαση στη θεραπεία του συνδρόμου του καρπιαίου σωλήνα, που προκαλείται από τη συμπίεση και των τραυματισμό ενός νεύρου στον καρπό. Γνώριζε ότι η απώλεια όσφρησης που σχετίζεται με την COVID-19, είναι ένα νευρολογικό πρόβλημα, στο οποίο οι μακροχρόνιες επιδράσεις του ιού εμποδίζουν τα νεύρα που βρίσκονται βαθιά στη ρινική κοιλότητα από το να αναγεννηθούν σωστά. Αυτά τα νεύρα συνδέονται με τον εγκέφαλο και κανονικά αναγεννώνται κάθε τρεις με τέσσερις μήνες.

Ο ιός SARS-CoV-2 δεν στοχεύει απευθείας τα νευρικά κύτταρα. Επιτίθεται στα υποστηρικτικά κύτταρα που είναι γνωστά ως βλεφαρικά κύτταρα, τα οποία έχουν τον υποδοχέα ACE-2 που χρησιμοποιεί ο ιός για να μολύνει τα κύτταρα. Αυτά τα κύτταρα παίζουν ρόλο στη σωστή αναγέννηση των νεύρων, επομένως η επίμονη φλεγμονή και η βλάβη σε αυτά τα κύτταρα, μπορεί να οδηγήσει σε μακροπρόθεσμη απώλεια λειτουργίας. (Απώλεια γεύσης και όσφρησης από COVID-19: Σημαίνει υψηλότερο επίπεδο αντισωμάτων)

Η Patel είχε ήδη ολοκληρώσει μια μικρή πιλοτική μελέτη που έδειξε την ασφάλεια των ενέσεων πλάσματος πλούσιου σε αιμοπετάλια στη ρινική κοιλότητα, στην αρχή της πανδημίας. Έτσι στράφηκε σε αυτά που ήδη γνώριζε με σκοπό να πραγματοποιήσει μια μεγαλύτερη μελέτη, επικεντρωμένη ειδικά στην απώλεια της όσφρησης που σχετίζεται με την COVID-19.

Όλοι οι συμμετέχοντες στη μελέτη είχαν περάσει προηγουμένως COVID-19, με επίμονη απώλεια όσφρησης, που διήρκεσε από 6 έως 12 μήνες. Επίσης, είχαν ήδη δοκιμάσει θεραπείες, όπως η προπόνηση της όσφρησης και τα ξεβγάλματα με στεροειδή, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Οι μισοί συμμετέχοντες λάμβαναν ενέσεις πλάσματος πλούσιου σε αιμοπετάλια, στον ιστό βαθιά μέσα στη ρινική τους κοιλότητα, κάθε δύο εβδομάδες, για έξι εβδομάδες, ενώ οι άλλοι μισοί λάμβαναν ενέσεις εικονικού φαρμάκου (αλατόνερο) με το ίδιο πρόγραμμα. Ούτε οι συμμετέχοντες, ούτε οι ερευνητές, γνώριζαν ποιος έλαβε τι. (Δείτε γιατί οι ασθενείς με COVID-19 χάνουν την όσφρησή τους)

Οι ερευνητές αξιολόγησαν την ικανότητα της όσφρησης χρησιμοποιώντας ένα τυπικό τεστ όσφρησης, γνωστό ως Sniffin’ Sticks. Το τεστ περιελάμβανε μια σειρά από οσμές, τόσο ευχάριστες (λουλούδια), όσο και αηδιαστικές (σάπια αυγά), με τους συμμετέχοντες να βαθμολογούνται ως προς την ικανότητά τους να αναγνωρίζουν αυτές τις οσμές, να τις ξεχωρίζουν και να προσδιορίζουν τη δύναμή τους, σε μια βαθμολογική κλίμακα μέχρι το 48.

Οι ερευνητές, ελέγχοντας ξανά τους συμμετέχοντες τρεις μήνες μετά την πρώτη τους ένεση, διαπίστωσαν ότι τα άτομα στην ομάδα πλάσματος πλούσιου σε αιμοπετάλια, σημείωσαν κατά μέσο όρο 6,25 βαθμούς περισσότερους από ό,τι πριν από τη θεραπεία, που αναλογεί σε 3,67 βαθμούς περισσότερους από την ομάδα του εικονικού φαρμάκου. Στους τρεις μήνες, το 57,1% της ομάδας πλάσματος πλούσιου σε αιμοπετάλια είχε δείξει κλινικά σημαντική βελτίωση, σε σύγκριση με μόλις το 8,3% της ομάδας του εικονικού φαρμάκου.

Σημειώνεται ότι οι βελτιώσεις που παρατηρήθηκαν στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου, ενδεχομένως να υποδηλώνουν κάποια αυθόρμητη ανάκαμψη μετά τους έξι μήνες. (Θα επανέλθει η όσφρηση και η γεύση μου μετά από Covid;)


+ 3 πηγές

©2022 WikiHealth All Rights Reserved

Nasal injections could treat long-term COVID-19–related smell loss https://medicalxpress.com/news/2023-01-nasal-long-term-covid-19related-loss.html

Use of platelet-rich plasma for COVID-19–related olfactory loss: a randomized controlled trial https://dx.doi.org/10.1002/alr.23116

Prednisolone does not improve sense of smell after COVID-19 https://medicalxpress.com/news/2022-11-prednisolone-covid-.html