Λοιμώδη νοσήματα

Πνευμονική κοκκιδιομυκητίαση

Τι είναι η πνευμονική κοκκιδιομυκητίαση;

Η πνευμονική κοκκιδιομυκητίαση, είναι μια λοίμωξη στους πνεύμονες που προκαλείται από μύκητες του γένους Coccidioides. Ένα άτομο μπορεί να κολλήσει την νόσο εισπνέοντας σπόρους μύκητα Coccidioides immitis ή Coccidioides posadasii. Οι σπόροι αυτοί είναι αρκετά μικροί και δεν είναι ορατοί με γυμνό μάτι, ενώ βρίσκονται κυρίως σε ερημικές περιοχές της Νοτιοδυτικής και Κεντρικής Αμερικής.

Σε τι τύπους διακρίνεται η πνευμονική κοκκιδιομυκητίαση;

Η πνευμονική κοκκιδιομυκητίαση, διακρίνεται σε δύο τύπους:

Οξεία κοκκιδιομυκητίαση: η οποία αποτελεί την ήπια μορφή της νόσου και τα συμπτώματα της εμφανίζονται 1 με 3 εβδομάδες μετά την εισπνοή των σπορίων του μύκητα, ενώ είναι πιθανό να μη γίνουν καν αντιληπτά από το άτομο. Τις περισσότερες φορές, η νόσος υποχωρεί μόνης της χωρίς την ανάγκη κάποιας θεραπείας. Παρ’ όλα αυτά, σε σπάνιες περιπτώσεις είναι δυνατόν η λοίμωξη να εξαπλωθεί στο σώμα μολύνοντας τα οστά, το δέρμα, την καρδιά και το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα, στην περίπτωση αυτή απαιτείται άμεση ιατρική θεραπεία.

Χρόνια κοκκιδιομυκητίαση: αυτή αναπτύσσεται μήνες ή και χρόνια μετά την οξεία μορφή της νόσου, και είναι δυνατόν να εμφανιστεί ακόμα και 20 χρόνια μετά την αρχική μόλυνση. Συνήθως, στη χρόνια νόσο, προκαλείται λοίμωξη στους πνεύμονες και σχηματίζεται απόστημα σε αυτούς, το οποίο εάν σπάσει εξαπλώνει πύο στην περιοχή μεταξύ των πνευμόνων και των πλευρών. Αυτό έχει συνήθως ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ουλών στην περιοχή.

Οι περισσότεροι άνθρωποι που μολύνονται από κοκκιδιομυκητίαση, αναπτύσσουν μόνο την οξεία μορφή της νόσου.

Συμπτώματα Μόλυνση Διάγνωση Θεραπεία Πρόληψη

Συμπτώματα

Ποια είναι τα βασικά συμπτώματα της πνευμονικής κοκκιδιομυκητίασης;

Είναι πολύ πιθανό κάποιος, που θα νοσήσει από την οξεία μορφή της νόσου, να μην εμφανίσει καθόλου συμπτώματα, ενώ εάν εμφανίσει αυτά είναι παρόμοια με τα συμπτώματα του κρυολογήματος ή της γρίπης. Συγκεκριμένα, πιθανά συμπτώματα που μπορεί να βιώσει ένα άτομο που έχει μολυνθεί από την οξεία κοκκιδιομυκητίασης, είναι:

  • Βήχας.
  • Απώλεια όρεξης.
  • Πυρετός.
  • Δυσκολίες κατά την αναπνοή.

Αντίθετα, τα συμπτώματα της χρόνιας κοκκιδιομυκητίασης, είναι παρόμοια με αυτά της φυματίωσης, και περιλαμβάνουν:

  • Απώλεια βάρους.
  • Πόνο στο στήθος.
  • Χρόνιο βήχα.
  • Μυϊκό πόνο.
  • Πονοκέφαλο.
  • Δυσκολίες κατά την αναπνοή.
  • Βήχα με φλέματα ή αίμα.

Πότε πρέπει κάποιος να επισκεφτεί έναν ιατρό;

Ένα άτομο θα πρέπει να επισκεφτεί κάποιον ιατρό στην περίπτωση που:

  • Εμφανίζει κάποια από τα συμπτώματα της νόσου που αναφέρονται παραπάνω.
  • Λαμβάνει θεραπεία για τη νόσο, αλλά τα συμπτώματα δεν υποχωρούν.
  • Λαμβάνει θεραπεία για τη νόσο και παράλληλα εμφανίζει νέα συμπτώματα.

Μόλυνση

Ποια άτομα έχουν αυξημένο κίνδυνο να μολυνθούν από τη νόσο;

Κάθε άτομο που μένει ή επισκέπτεται μια περιοχή στην οποία υπάρχει ο συγκεκριμένος μύκητας είναι δυνατόν να εμφανίσει τη νόσο. Ενώ, αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν την χρόνια μορφή της νόσου, έχουν:

  • Άτομα με διαβήτη.
  • Έγκυες γυναίκες.
  • Άτομα με πνευμονικές ή καρδιακές παθήσεις.
  • Άτομα με κατεσταλμένο ή αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα.
  • Μόνιμοι κάτοικοι της Αφρικής, της Αμερικής ή των Φιλιππίνων.

Η πνευμονική κοκκιδιομυκητίαση είναι μεταδοτική;

Η πνευμονική κοκκιδιομυκητίαση δεν είναι μεταδοτική, δεν μπορεί δηλαδή να μεταδοθεί από το ένα άτομο στο άλλο. Ένα άτομο είναι δυνατόν να κολλήσει την νόσο, μόνο εισπνέοντας τους σπόρους του μύκητα απευθείας από το έδαφος, ενώ αφότου μολυνθεί οι σπόροι αλλάζουν μορφή και δεν είναι δυνατόν να μεταδοθούν σε κάποιο άλλο άτομο.

Διάγνωση

Πώς μπορεί να γίνει η διάγνωση της πνευμονικής κοκκιδιομυκητίασης;

Για την διάγνωση της συγκεκριμένης νόσου, ο ιατρός είναι πιθανό να προτείνει την διεξαγωγή ενός ή περισσότερων από τα παρακάτω διαγνωστικά τεστ:

  • Εξετάσεις αίματος για την ανίχνευση του μύκητα Coccidioides.
  • Ακτινογραφία θώρακος, προκειμένου να εκτιμηθεί η κατάσταση των πνευμόνων, και τυχόν ζημιά σε αυτούς.
  • Καλλιέργεια βλεννογόνων εκκρίσεων, για την ανίχνευση του μύκητα.

Θεραπεία

Πώς μπορεί να θεραπευτεί η πνευμονική κοκκιδιομυκητίαση;

Εάν ένα άτομο εμφανίσει την οξεία μορφή της νόσου, πιθανότατα δεν χρειάζεται κάποια θεραπεία, ενώ ο ιατρός θα συστήσει ξεκούραση και κατανάλωση αρκετών υγρών, μέχρι τα συμπτώματα να υποχωρήσουν μόνα τους. Από την άλλη, εάν ένας ασθενής έχει αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα ή εμφανίσει την χρόνια μορφή της νόσου, ο ιατρός θα πρέπει να χορηγήσει αντιμυκητιακή αγωγή για την καταπολέμηση του μύκητα. Τα πιο κοινά φαρμακευτικά σκευάσματα που χορηγούνται σε αυτή την περίπτωση, περιλαμβάνουν:

  • Αμφοτερικίνη Β.
  • Φλουκοναζόλη.
  • Ιτρακοναζόλη.

Τέλος, σε σπάνιες περιπτώσεις σοβαρής χρόνιας κοκκιδιομυκητίασης, υπάρχει πιθανότητα να χρειαστεί χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση του μολυσμένου ιστού από τους πνεύμονες.

Πόσο σύντομα ανακάμπτει κάποιος από την πνευμονική κοκκιδιομυκητίαση; 

Εάν κάποιος εμφανίσει την οξεία μορφή της νόσου, συνήθως ανακάμπτει αρκετά γρήγορα, χωρίς την εμφάνιση επιπλοκών, ενώ είναι δυνατόν να εμφανίσει υποτροπή, σε περίπτωση επανεμφάνισης της νόσου.

Εάν όμως κάποιος έχει αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα ή εμφανίσει την χρόνια μορφή της νόσου, πιθανότατα θα χρειαστεί η λήψη αντιμυκητιακής αγωγής για αρκετούς μήνες ή και χρόνια. Επίσης, είναι πιθανό να δημιουργηθεί πνευμονικό απόστημα και ουλές στους πνεύμονες.

Τέλος, σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, υπάρχει περίπου 1% πιθανότητα η λοίμωξη να εξαπλωθεί και στο υπόλοιπο σώμα. Σε αυτή την περίπτωση, απαιτείται άμεση ιατρική παρέμβαση, καθώς είναι δυνατόν το άτομο να εμφανίσει θανατηφόρες επιπλοκές.

Πρόληψη

Ποια άτομα θα πρέπει να αποφεύγουν να ταξιδέψουν σε περιοχές που υπάρχει ο μύκητας που προκαλεί την πνευμονική κοκκιδιομυκητίαση;

Συνήθως, η λοίμωξη από τη συγκεκριμένη νόσο δεν είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη, οπότε δεν συστήνεται η αποφυγή της μετάβασης σε περιοχές στις οποίες εμφανίζεται ο μύκητας που την προκαλεί.

Παρ' όλα αυτά, εάν κάποιο άτομο έχει σοβαρή ανοσοκαταστολή, όπως για παράδειγμα ασθενείς με AIDS ή άτομα που λαμβάνουν ανοσοκατασταλτική φαρμακευτική αγωγή, θα ήταν καλό να αποφύγουν να βρεθούν στις περιοχές αυτές. Αυτό συστήνεται κυρίως, καθώς τα άτομα αυτά έχουν αυξημένες πιθανότητες να εξαπλωθεί η λοίμωξη στον οργανισμό τους, προκαλώντας σοβαρές επιπλοκές.

+ 7 πηγές

©2022 WikiHealth All Rights Reserved

1. Centers for Disease Control and Prevention. (2009). Increase in Coccidioidomycosis—California, 2000-2007. cdc.gov/mmwr/preview/mmwrhtml/mm5805a1.htm

2. Coccidioidomycosis (valley fever). (2010). cdph.ca.gov/healthinfo/discond/Pages/Coccidioidomycosis.aspx

3. Galgiani JN, et al. (2016). 2016 Infectious Diseases Society of America (IDSA) clinical practice guideline for the treatment of Coccidioidomycosis. ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/27559032

4. Malo J, et al. (2014). Update on the diagnosis of pulmonary coccidioidomycosis. ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/24575994

5. Mayo Clinic Staff. (2015). mayoclinic.org/diseases-conditions/valley-fever/basics/definition/con-20027390

6. Spinello IM, et al. (2008). Pulmonary coccidioidomycosis. ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/18365998

7. Valley fever. (Coccidioidomycosis). (2010). vfce.arizona.edu/valley-fever-people/about-valley-fever