Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα

Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα

Τι είναι τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα;

Ο όρος σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα (ΣΜΝ) χρησιμοποιείται για να περιγράψει μία πάθηση που μεταδίδεται από το ένα άτομο στο άλλο μέσω της σεξουαλικής επαφής. Κάποιος μπορεί να μολυνθεί από σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα μέσω κολπικού, πρωκτικού ή στοματικού σεξ χωρίς προφυλακτικό με ένα άτομο που πάσχει.

Ένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα επίσης ονομάζεται και σεξουαλικώς μεταδιδόμενη λοίμωξη.

Αυτό δεν σημαίνει ότι το σεξ είναι ο μόνος τρόπος μετάδοσης των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Ανάλογα με το νόσημα, η μετάδοση μπορεί να γίνεται μέσω κοινής χρήσης συρίγγων και θηλασμού.

Συμπτώματα Τύποι Στοματικό σεξ Ίαση Εγκυμοσύνη Διάγνωση Θεραπεία Πρόληψη Σύνοψη

Συμπτώματα

Ποια είναι τα συμπτώματα των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων στους άντρες;

Είναι πιθανό να μολυνθείτε από ένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα χωρίς να εμφανίσετε συμπτώματα. Όμως, κάποια νοσήματα προκαλούν προφανή συμπτώματα που στους άντρες περιλαμβάνουν:

Περισσότερο συγκεκριμένα συμπτώματα μπορεί να ποικίλλουν ανάλογα με το σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα.

Ποια είναι τα συμπτώματα των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων στις γυναίκες;

Σε πολλές περιπτώσεις, τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα δεν προκαλούν ορατά συμπτώματα. Όταν προκαλούν, κοινά συμπτώματα στις γυναίκες περιλαμβάνουν:

  • Πόνο ή δυσφορία κατά τη σεξουαλική επαφή ή την ούρηση
  • Έλκη, επάρματα ή εξανθήματα πάνω ή γύρω από τον κόλπο, τον πρωκτό, τους γλουτούς, τους μηρούς ή το στόμα
  • Ασυνήθιστες εκκρίσεις ή αιμορραγία από τον κόλπο
  • Κνησμός μέσα ή γύρω από τον κόλπο

Τα συμπτώματα ποικίλλουν ανάλογα με το σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα.

Τύποι

Ποιοι είναι οι τύποι των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων;

Πολλοί διαφορετικοί τύποι λοιμώξεων μπορούν να μεταδοθούν με τη σεξουαλική επαφή. Οι πιο κοινοί περιγράφονται παρακάτω.

Χλαμύδια

Ένας συγκεκριμένος τύπος βακτηρίου προκαλεί χλαμύδια. Τα χλαμύδια είναι το πιο συχνά αναφερόμενο σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα στους Αμερικάνους, σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) των ΗΠΑ.

Πολλά άτομα με χλαμύδια δεν έχουν ορατά συμπτώματα. Όταν τα συμπτώματα εμφανιστούν, συχνά περιλαμβάνουν:

  • Πόνο ή δυσφορία κατά τη σεξουαλική επαφή ή την ούρηση
  • Πράσινες ή κίτρινες εκκρίσεις από το πέος ή τον κόλπο
  • Πυελικό άλγος

Αν δεν αντιμετωπιστούν, τα χλαμύδια μπορούν να οδηγήσουν σε:

Εάν μία έγκυος γυναίκα έχει χλαμύδια και δεν λαμβάνει θεραπεία, η λοίμωξη μπορεί να μεταφερθεί στο νεογνό κατά τον τοκετό. Το νεογνό μπορεί να εμφανίσει:

Τα χλαμύδια αντιμετωπίζονται εύκολα με αντιβιοτικά.

Ιός των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV)

Ο ιός των ανθρωπίνων θηλωμάτων είναι ένας ιός που μπορεί να μεταδοθεί από το ένα άτομο στο άλλο μέσο δερματικής ή σεξουαλικής επαφής. Υπάρχουν πολλά στελέχη του ιού και κάποια είναι πιο επικίνδυνα από άλλα.

Το πιο κοινό σύμπτωμα του HPV είναι τα κονδυλώματα στα γεννητικά όργανα, το στόμα ή το λαιμό.

Κάποια στελέχη του HPV μπορούν να οδηγήσουν σε καρκίνο, όπως:

Παρόλο που οι περισσότερες περιπτώσεις HPV δεν γίνονται καρκινικές, κάποια στελέχη του ιού είναι πιο πιθανό να προκαλέσουν καρκίνο από άλλα. Σύμφωνα με το Εθνικό Αντικαρκινικό Ινστιτούτο των ΗΠΑ, οι περισσότερες περιπτώσεις καρκίνου που σχετίζεται με τον HPV στις Ηνωμένες Πολιτείες προκαλούνται από τον HPV 16 και τον HPV 18. Αυτά τα δύο στελέχη του ιού αντιστοιχούν στο 70% όλων των περιπτώσεων καρκίνου του τραχήλου της μήτρας.

Δεν υπάρχει θεραπεία για τον HPV. Ωστόσο, οι λοιμώξεις συχνά υποχωρούν από μόνες τους. Επιπλέον, υπάρχει διαθέσιμο εμβόλιο για την προστασία έναντι κάποιων από τα πιο επικίνδυνα στελέχη, συμπεριλαμβανομένου του HPV 16 και του HPV 18.

Εάν ένα άτομο μολυνθεί από HPV, η έγκαιρη εξέταση θα βοηθήσει το γιατρό να αξιολογήσει και να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο επιπλοκών.

Σύφιλη

Η σύφιλη είναι μία άλλη βακτηριακή λοίμωξη που συχνά δεν γίνεται αντιληπτή στα αρχικά στάδια.

Το πρώτο σύμπτωμα που εμφανίζεται είναι ένα μικρό κυκλικό έλκος που μπορεί να εκδηλωθεί στα γεννητικά όργανα, τον πρωκτό ή το στόμα. Είναι ανώδυνο, αλλά πολύ μολυσματικό.

Συμπτώματα που εμφανίζονται αργότερα περιλαμβάνουν:

Εάν δεν αντιμετωπιστεί, η σύφιλη τελικού σταδίου μπορεί να οδηγήσει σε:

  • Απώλεια όρασης
  • Απώλεια ακοής
  • Απώλεια μνήμης
  • Ψυχική νόσο
  • Λοιμώξεις του εγκεφάλου ή του νωτιαίου μυελού
  • Καρδιοπάθειες
  • Θάνατο

Ευτυχώς, αν εντοπιστεί έγκαιρα, η σύφιλη αντιμετωπίζεται με αντιβιοτικά. Όμως η σύφιλη σε ένα νεογνό μπορεί να αποβεί θανατηφόρος. Για αυτό, είναι σημαντικό όλες οι έγκυες γυναίκες να ελέγχονται για σύφιλη.

HIV

Ο HIV μπορεί να προκαλέσει βλάβη στο ανοσοποιητικό σύστημα και να αυξήσει τον κίνδυνο μόλυνσης από άλλους ιούς και βακτήρια και εμφάνισης συγκεκριμένων καρκίνων. Αν δεν αντιμετωπιστεί, μπορεί να οδηγήσει στον HIV σταδίου 3, γνωστό ως AIDS. Όμως, με τις σημερινές θεραπείες πολλά άτομα ζουν με HIV και δεν εμφανίζουν ποτέ AIDS.

Στα αρχικά ή οξεία στάδια, είναι εύκολο τα συμπτώματα του HIV να παρερμηνευτούν ως συμπτώματα γρίπης. Για παράδειγμα, τα αρχικά συμπτώματα περιλαμβάνουν:

Αυτά τα αρχικά συμπτώματα τυπικά υποχωρούν μέσα σε ένα μήνα. Από εκείνο το σημείο και μετά, το άτομο μπορεί να φέρει τον HIV χωρίς να εμφανίζει σοβαρά ή επίμονα συμπτώματα για πολλά χρόνια. Άλλα άτομα μπορεί να εκδηλώσουν μη ειδικά συμπτώματα, όπως:

  • Επίμονη κόπωση
  • Πυρετό
  • Πονοκέφαλο
  • Στομαχικά προβλήματα

Δεν υπάρχει ίαση για τον HIV, όμως οι θεραπευτικές επιλογές μπορούν να τον αντιμετωπίσουν. Η έγκαιρη και αποτελεσματική θεραπεία βοηθά τα άτομα με HIV να ζουν όσο και όσοι χωρίς HIV.

Η κατάλληλη θεραπεία μειώνει τις πιθανότητες ενός ατόμου να μεταδώσει τον ιό στους σεξουαλικούς τους συντρόφους. Στην πραγματικότητα, η θεραπεία μπορεί δυνητικά να μειώσει την ποσότητα του ιικού φορτίου στο σώμα ενός ατόμου σε μη ανιχνεύσιμα επίπεδα. Στα μη ανιχνεύσιμα επίπεδα, ο HIV δεν μπορεί να μεταδοθεί σε άλλα άτομα, αναφέρει το Αμερικανικό CDC.

Χωρίς τον έλεγχο ρουτίνας, πολλά άτομα με HIV δεν γνωρίζουν ότι φέρουν τον ιό. Για την προώθηση της έγκαιρης διάγνωσης και θεραπείας, τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ συστήνουν ότι όλα τα άτομα μεταξύ 13 και 64 ετών θα πρέπει να ελέγχονται τουλάχιστον μία φορά το χρόνο. Τα άτομα που βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο HIV θα πρέπει να ελέγχονται τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, ακόμα και δεν έχουν συμπτώματα.

Γονόρροια

Η γονόρροια είναι ένα επίσης κοινό βακτηριακό σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα.

Πολλά άτομα με γονόρροια δεν εμφανίζουν συμπτώματα. Όταν όμως υπάρχουν, τα συμπτώματα περιλαμβάνουν:

  • Λευκή, κίτρινη, μπεζ ή πρασινωπή έκκριση από τον κόλπο
  • Πόνο ή δυσφορία κατά τη σεξουαλική επαφή ή την ούρηση
  • Πιο συχνή ούρηση από το σύνηθες
  • Κνησμό γύρω από τα γεννητικά όργανα
  • Πονόλαιμο

Αν δεν αντιμετωπιστεί, η γονόρροια μπορεί να οδηγήσει σε:

  • Λοιμώξεις της ουρήθρας, του προστάτη αδένα ή των όρχεων
  • Πυελική φλεγμονώδη νόσο
  • Υπογονιμότητα

Είναι πιθανό μία μητέρα να μεταδώσει τη γονόρροια στο νεογνό κατά τη διάρκεια του τοκετού. Όταν αυτό συμβεί, η γονόρροια μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα υγείας στο βρέφος. Για αυτό, πολλοί γιατροί ενθαρρύνουν τις έγκυες γυναίκες να υποβληθούν σε εξετάσεις και να λάβουν θεραπεία για πιθανά σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα.

Η γονόρροια συνήθως αντιμετωπίζεται με αντιβιοτικά.

Φθειρίαση του εφηβαίου

Η φθειρίαση (ψείρες) είναι μικροσκοπικά έντομα που εγκαθίστανται στις τρίχες της ηβικής περιοχής. Όπως οι ψείρες της κεφαλής και του σώματος, τρέφονται με το ανθρώπινο αίμα.

Κοινά συμπτώματα της φθειρίασης του εφηβαίου περιλαμβάνουν:

  • Κνησμό γύρω από τα γεννητικά όργανα ή τον πρωκτό
  • Μικρά ροζ ή ερυθρά επάρματα γύρω από τα γεννητικά όργανα ή τον πρωκτό
  • Χαμηλό πυρετό
  • Απώλεια ενέργειας
  • Ευερεθιστότητα

Το άτομο μπορεί επίσης να είναι σε θέση να δει τις ψείρες ή τα μικροσκοπικά λευκά αυγά τους γύρω από τις ρίζες των τριχών της ηβικής περιοχής. Ένας μεγεθυντικός φακός μπορεί να βοηθήσει.

Αν δεν αντιμετωπιστεί, η φθειρίαση του εφηβαίου μπορεί να μεταδοθεί σε άλλα άτομα μέσω δερματικής επαφής ή κοινής χρήσης ρουχισμού, σεντονιών και πετσετών. Οι εκδορές από τον κνησμό μπορεί επίσης να υποστούν μόλυνση. Η φθειρίαση του εφηβαίου πρέπει να αντιμετωπίζεται άμεσα.

Εάν ένα άτομο έχει φθειρίαση του εφηβαίου, μπορεί να χρησιμοποιήσει μη συνταγογραφούμενες τοπικές θεραπείες και ένα τσιμπιδάκι για να απομακρύνει τις ψείρες από το σώμα. Επίσης, είναι πολύ σημαντικό να καθαρίζετε σωστά τα ρούχα, τα σεντόνια, τις κουβέρτες, τις πετσέτες και το σπίτι σας.

Τριχομονάδωση

Η τριχομονάδωση προκαλείται από ένα πρωτόζωο που μπορεί να μεταδοθεί από το ένα άτομο στο άλλο μέσω της επαφής των γεννητικών οργάνων.

Σύμφωνα με το Αμερικανικό CDC, λιγότερο από το ένα τρίτο των ατόμων με τριχομονάδωση εμφανίζουν συμπτώματα. Όταν τα συμπτώματα εμφανιστούν, περιλαμβάνουν:

  • Έκκριση υγρού από τον κόλπο ή το πέος
  • Αίσθηση καύσου ή κνησμό γύρω από τον κόλπο ή το πέος
  • Πόνο ή δυσφορία κατά την ούρηση ή τη σεξουαλική επαφή
  • Συχνή ούρηση

Στις γυναίκες, οι κολπικές εκκρίσεις λόγω τριχομονάδωσης συχνά έχουν δυσάρεστη οσμή «σαν ψάρι».

Αν δεν αντιμετωπιστεί, η τριχομονάδωση μπορεί να οδηγήσει σε:

  • Λοιμώξεις της ουρήθρας
  • Πυελική φλεγμονώδη νόσο
  • Υπογονιμότητα

Η τριχομονάδωση μπορεί να αντιμετωπιστεί με αντιβιοτικά.

Έρπης

Ο έρπης προκαλείται από τον ιό του απλού έρπητα. Υπάρχουν δύο κύρια στελέχη του ιού, το HSV-1 και το HSV-2. Και τα δύο μεταδίδονται με τη σεξουαλική επαφή. Ο έρπης είναι ένα πολύ συχνό σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα. Το Αμερικανικό CDC εκτιμά ότι περισσότερα από 1 στα 6 άτομα ηλικίας 14 έως 49 ετών έχουν έρπη στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο HSV-1  προκαλεί κυρίως στοματικό έρπητα, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τα ψυχρά έλκη. Ωστόσο, ο HSV-1 μπορεί να μεταδοθεί από το στόμα ενός ατόμου στα γεννητικά όργανα ενός άλλου ατόμου κατά το στοματικό σεξ. Όταν αυτό συμβεί, ο HSV-1 μπορεί να προκαλέσει έρπητα γεννητικών οργάνων.

Ο HSV-2 κυρίως προκαλεί έρπητα γεννητικών οργάνων.

Το πιο κοινό σύμπτωμα του έρπητα είναι τα φυσαλιδώδη εξανθήματα. Στην περίπτωση του έρπητα γεννητικών οργάνων, αυτά τα έλκη εμφανίζονται πάνω ή γύρω από τα γεννητικά όργανα. Στο στοματικό έρπητα αναπτύσσονται μέσα ή γύρω από το στόμα.

Τα ερπητικά έλκη γενικά σχηματίζουν κρούστα και επουλώνονται μέσα σε λίγες εβδομάδες. Η αρχική έξαρση συνήθως είναι περισσότερο επώδυνη. Τα επεισόδια γίνονται λιγότερο επώδυνα και λιγότερο συχνά με την πάροδο του χρόνου.

Εάν μία έγκυος γυναίκα έχει έρπητα, πιθανώς η λοίμωξη μπορεί να μεταδοθεί στο έμβρυο εντός του πλακούντα ή όταν γεννηθεί κατά τον τοκετό. Αυτός ο λεγόμενος συγγενής έρπητας είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για τα νεογνά. Για αυτό, οι έγκυες γυναίκες θα πρέπει να γνωρίζουν αν φέρουν τον ιό.

Προς το παρόν δεν υπάρχει ίαση για τον έρπητα. Όμως, υπάρχουν διαθέσιμα φάρμακα που ελέγχουν τις εξάρσεις και ανακουφίζουν τον πόνο των ερπητικών ελκών. Τα ίδια φάρμακα μειώνουν τις πιθανότητες να μεταδώσετε τον έρπητα στους σεξουαλικούς σας συντρόφους.

Η αποτελεσματική θεραπεία και οι πρακτικές ασφαλούς σεξουαλικής επαφής θα σας βοηθήσουν να ζήσετε μία άνετη ζωή με έρπητα και να προστατεύσετε τους άλλους από τον ιό.

Άλλα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα

Άλλα, λιγότερο κοινά σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα είναι τα εξής:

Στοματικό σεξ

Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα από το στοματικό σεξ

Το κολπικό και πρωκτικό σεξ δεν είναι οι μόνοι τρόποι μετάδοσης των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Είναι πιθανό να μολυνθείτε ή να μεταδώσετε ένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα και μέσω του στοματικού σεξ. Με άλλα λόγια, τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα μπορούν να μεταφερθούν από τα γεννητικά όργανα ενός ατόμου στο στόμα του άλλου και αντίστροφα.

Τα στοματικά σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα δεν είναι πάντα αντιληπτά. Όταν προκαλούν συμπτώματα, αυτά συχνά περιλαμβάνουν πονόλαιμο ή έλκη γύρω από το στόμα και το λαιμό.

Ίαση

Θεραπεύσιμα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα

Πολλά σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα είναι θεραπεύσιμα. Για παράδειγμα, τα ακόλουθα αντιμετωπίζονται με αντιβιοτικά οι άλλες θεραπείες:

  • Χλαμύδια
  • Σύφιλη
  • Γονόρροια
  • Ψείρες
  • Τριχομονάδωση

Άλλα δεν έχουν ίαση όπως τα παρακάτω:

  • HPV
  • HIV
  • Έρπης

Ακόμη και αν είναι σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα δεν έχει ίαση, μπορεί να αντιμετωπιστεί. Είναι πολύ σημαντικό όμως να γίνει έγκαιρη διάγνωση. Οι θεραπευτικές επιλογές μπορούν να ανακουφίσουν τα συμπτώματα και να μειώσουν τις πιθανότητες να μεταδώσετε ένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα σε ένα άλλο άτομο.

Εγκυμοσύνη

Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα και εγκυμοσύνη

Είναι πιθανό για τις έγκυες γυναίκες να μεταδώσουν σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα στο έμβρυο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή στο νεογνό κατά τον τοκετό. Στα νεογνά, τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα μπορούν να προκαλέσουν επιπλοκές και να αποβούν ακόμη και απειλητικά για τη ζωή.

Για την πρόληψη των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων στα νεογνά, οι γιατροί ενθαρρύνουν τις έγκυες γυναίκες να ελεγχθούν και να λάβουν θεραπεία για πιθανά σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα. Ο γιατρός μπορεί να σας προτείνει εξετάσεις για ένα τέτοιο νόσημα ακόμη και αν δεν έχετε συμπτώματα.

Αν είστε θετική για ένα ή περισσότερα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα κατά την εγκυμοσύνη, ο γιατρός θα σας συνταγογραφήσει αντιβιοτικά, αντιϊικά ή άλλες θεραπείες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να σας προτείνει να γεννήσετε με καισαρική τομή για να μειώσετε τον κίνδυνο μετάδοσης κατά τον τοκετό.

Διάγνωση

Πώς διαγιγνώσκονται τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα;

Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι γιατροί δεν μπορούν να διαγνώσουν τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα με βάση μόνο τα συμπτώματα. Θα χρειαστεί να υποβληθείτε σε συγκεκριμένες εξετάσεις.

Ανάλογα με το σεξουαλικό ιστορικό σας, ο γιατρός θα σας προτείνει εξετάσεις για σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα ακόμη και αν δεν έχετε συμπτώματα. Και αυτό διότι αυτά τα νοσήματα δεν προκαλούν πάντα ορατά συμπτώματα. Ακόμη όμως και τα ασυμπτωματικά σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα μπορούν να προκαλέσουν βλάβη ή να μεταδοθούν σε άλλα άτομα.

Οι γιατροί διαγιγνώσκουν τα περισσότερα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα μέσω εξετάσεων αίματος ή ούρων. Επίσης μπορεί να λάβουν δείγμα (επίχρισμα) από τα γεννητικά όργανα. Αν έχετε εμφανίσει έλκη, θα ληφθεί δείγμα και από αυτά.

Υπάρχουν κάποια κατ’ οίκον κιτ για τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα όμως δεν είναι πάντα αξιόπιστα, για αυτό θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή. Ελέγξτε αν ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ έχει εγκρίνει το κιτ πριν το αγοράσετε.

Είναι σημαντικό να γνωρίζετε ότι το τεστ Παπ δεν αποτελεί εξέταση για σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα. Το τεστ Παπ ελέγχει για την παρουσία προκαρκινικών κυττάρων στον τράχηλο της μήτρας. Παρόλο που μπορεί να συνδυάζεται με ένα τεστ για τον HPV, ένα αρνητικό τεστ Παπ δεν σημαίνει ότι δεν έχετε κανένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα.

Αν έχετε σεξουαλική επαφή οποιουδήποτε τύπου, καλό θα είναι να ρωτήσετε το γιατρό σας για να εξεταστείτε για σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα.

Θεραπεία

Πώς αντιμετωπίζονται τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα;

Η συνιστώμενη θεραπεία για τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα ποικίλει ανάλογα με το νόσημα. Είναι πολύ σημαντικό εσείς και ο/η σεξουαλικός/ή σας σύντροφος να λάβετε θεραπεία για οποιαδήποτε νοσήματα προτού ξεκινήσετε εκ νέου τη σεξουαλική δραστηριότητα. Ειδάλλως, ο ένας θα μεταδίδει διαρκώς τη λοίμωξη στον άλλον.

Βακτηριακά ΣΜΝ

Συνήθως τα αντιβιοτικά μπορούν εύκολα να αντιμετωπίσουν τις βακτηριακές λοιμώξεις.

Είναι σημαντικό να λάβετε τα αντιβιοτικά σας αυστηρά με βάση τις οδηγίες συνταγογράφησης. Συνεχίστε να τα λαμβάνετε ακόμη και αν αρχίσετε να αισθάνεστε καλύτερα προτού ολοκληρώσετε τη δόση. Ενημερώστε το γιατρό σας αν τα συμπτώματα δεν υποχωρούν ή επιστρέφουν αφότου έχετε ολοκληρώσει τη συνταγογραφουμενη δόση.

Ιογενή ΣΜΝ

Τα αντιβιοτικά δεν αντιμετωπίζουν τα ιογενή σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα. Παρόλο που οι περισσότερες ιογενείς λοιμώξεις δεν έχουν ίαση, κάποιες υποχωρούν από μόνες τους. Και σε πολλές περιπτώσεις οι θεραπευτικές επιλογές ανακουφίζουν τα συμπτώματα και μειώνουν τον κίνδυνο μετάδοσης.

Για παράδειγμα, φάρμακα είναι διαθέσιμα για τη μείωση της συχνότητας και της σοβαρότητας των εξάρσεων του έρπητα. Παρομοίως, αντιρετροϊκές θεραπείες μπορούν να σταματήσουν την εξέλιξη του HIV. Επιπλέον, αντιϊικά φάρμακα μειώνουν τον κίνδυνο μετάδοσης του HIV σε άλλα άτομα.

Άλλα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα

Κάποια σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα δεν προκαλούνται ούτε από ιούς ούτε από βακτήρια, αντιθέτως προκαλούνται από άλλους οργανισμούς όπως:

  • Οι ψείρες
  • Η τριχομονάδωση
  • Η ψώρα

Αυτά τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα συνήθως αντιμετωπίζονται με από του στόματος ή τοπικά φάρμακα. Ζητήστε από το γιατρό σας περισσότερες πληροφορίες για την πάθηση και θεραπευτικές επιλογές.

Πρόληψη

Πώς μπορούν να προληφθούν τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα;

Η αποφυγή της σεξουαλικής επαφής είναι ο μοναδικός τρόπος να αποφευχθούν τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα. Όμως, όταν κάνετε κολπικό, πρωκτικό ή στοματικό σεξ, υπάρχουν τρόποι να προφυλαχθείτε.

Όταν χρησιμοποιούνται σωστά, τα προφυλακτικά παρέχουν αποτελεσματική προστασία έναντι πολλών σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Για βέλτιστη προστασία είναι σημαντικό να χρησιμοποιείτε προφυλακτικά κατά τη διάρκεια του κολπικού, πρωκτικού και στοματικού σεξ. Τα οδοντικά διαφράγματα μπορούν να παρέχουν προστασία κατά το στοματικό σεξ.

Τα προφυλακτικά είναι γενικά αποτελεσματικά στην πρόληψη σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων που μεταδίδονται μέσω υγρών, όπως το σπέρμα ή το αίμα. Όμως, δεν προστατεύουν έναντι νοσημάτων που μεταδίδονται με τη δερματική επαφή. Εάν το προφυλακτικό δεν καλύπτει την περιοχή του δέρματος που έχει τη μόλυνση, ένα άτομο μπορεί να μολυνθεί ή να μεταδώσει τη λοίμωξη στο/στη σύντροφό του.

Τα προφυλακτικά προστατεύουν όχι μόνο από σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, αλλά και από ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη.

Αντιθέτως, πολλοί τύποι αντισύλληψης μειώνουν τον κίνδυνο ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης, αλλά όχι σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Για παράδειγμα, οι ακόλουθες μορφές αντισύλληψης δεν προστατεύουν έναντι σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων:

  • Αντισυλληπτικά δισκία
  • Αντισυλληπτικές ενέσεις
  • Αντισυλληπτικά εμφυτεύματα
  • Ενδομήτριες συσκευές

Ο τακτικός έλεγχος για σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα είναι μία καλή ιδέα για τα σεξουαλικώς ενεργά άτομα. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό για όσους έχουν νέους ή πολλαπλούς συντρόφους. Η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία θα βοηθήσει στον τερματισμό της μετάδοσης της λοίμωξης.

Προτού έρθετε σε σεξουαλική επαφή με ένα νέο σύντροφο, είναι σημαντικό να συζητήσετε το σεξουαλικό ιστορικό. Μπορείτε επίσης να εξεταστείτε για σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα. Εφόσον πολλά νοσήματα δεν δημιουργούν συμπτώματα, οι εξετάσεις είναι ο μόνος τρόπος να είστε βέβαιοι αν εσείς ή κάποιος πάσχει.

Αν ο/η σεξουαλικός σύντροφος είναι θετικός/ή για κάποιο σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα, είναι σημαντικό να ακολουθήσει τις οδηγίες του γιατρού για το θεραπευτικό πλάνο. Ρωτήστε το γιατρό σας αναφορικά με τρόπους προστασίας του εαυτού σας από το σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα του/της συντρόφου σας. Για παράδειγμα, εάν ο/η σύντροφός σας έχει HIV, ο γιατρός μπορεί να σας προτείνει να λάβετε προφύλαξη πριν την έκθεση.

Ρωτήστε το γιατρό σας αν μπορείτε να εμβολιαστείτε για HPV και ηπατίτιδα Β.

Ακολουθώντας αυτές και άλλες στρατηγικές, ένα άτομο μπορεί να μειώσει τις πιθανότητες μόλυνσης από ένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα, καθώς και μετάδοσής του στους άλλους.

Σύνοψη

Ζώντας με σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα

Εάν ένα άτομο είναι θετικό για ένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα, είναι σημαντικό να ξεκινήσει άμεσα θεραπεία.

Η ύπαρξη ενός σεξουαλικώς μεταδιδόμενου νοσήματος συχνά αυξάνει τις πιθανότητες μόλυνσης και από άλλο. Κάποια νοσήματα μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρές επιπλοκές αν δεν αντιμετωπιστούν. Σε σπάνιες περιπτώσεις, τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα που δεν αντιμετωπίζονται μπορεί να οδηγήσουν στο θάνατο.

Ευτυχώς, τα περισσότερα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα είναι αντιμετωπίσιμα. Σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να επιτευχθεί πλήρης ίαση. Άλλοτε η έγκαιρη και αποτελεσματική θεραπεία ανακουφίζει τα συμπτώματα, μειώνει τον κίνδυνο επιπλοκών και προστατεύει τους σεξουαλικούς συντρόφους.

Επιπρόσθετα με τη λήψη των συνταγογραφούμενων φαρμάκων για τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, ο γιατρός θα συστήσει στο άτομο να προσαρμόσει τις σεξουαλικές συνήθειες ώστε να προστατεύσει τον εαυτό του και τους άλλους. Για παράδειγμα, θα προτείνει να αποφύγει εντελώς τη σεξουαλική επαφή έως ότου η λοίμωξη έχει αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά. Όταν επιστρέψει στη σεξουαλική δραστηριότητα, ο γιατρός μπορεί να προτείνει τη χρήση προφυλακτικών, οδοντικών διαφραγμάτων ή άλλων μορφών προστασίας.

Ακολουθώντας το συνιστώμενο θεραπευτικό ή/και προληπτικό πλάνο του γιατρού σας, θα βελτιώσετε τη μακροπρόθεσμη έκβαση των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων.

+ 11 πηγές

©2022 WikiHealth All Rights Reserved

1. Centers for Disease Control and Prevention. (2017). Genital Herpes – CDC Fact Sheet [Fact sheet]. cdc.gov/std/herpes/stdfact-herpes.htm

2. Centers for Disease Control and Prevention. (2017). Gonorrhea – CDC Fact Sheet [Fact sheet]. cdc.gov/std/gonorrhea/stdfact-gonorrhea.htm

3. Centers for Disease Control and Prevention. (2017). Trichomoniasis – CDC Fact Sheet [Fact sheet]. cdc.gov/std/trichomonas/stdfact-trichomoniasis.htm

4. Chlamydia statistics. (2017). cdc.gov/std/chlamydia/stats.htm

5. HIV/AIDS & STDs. (2017). cdc.gov/std/hiv/default.htm

6. HIV testing. (2017). cdc.gov/vitalsigns/hiv-testing/

7. HPV and cancer. (2015). cancer.gov/about-cancer/causes-prevention/risk/infectious-agents/hpv-fact-sheet

8. Mayo Clinic Staff. (2018). Sexually transmitted disease (STD) symptoms. mayoclinic.org/diseases-conditions/sexually-transmitted-diseases-stds/in-depth/std-symptoms/art-20047081

9. Oral and genital herpes. (n.d.) plannedparenthood.org/learn/stds-hiv-safer-sex/herpes

10. Sexually transmitted diseases (STDs). (2018). cdc.gov/std/

11. STDs. (n.d.). plannedparenthood.org/learn/stds-hiv-safer-sex