MAALOX Πόσιμο εναιώρημα (200+114) MG/5 ML (250ML)

Γεωργία Κακαφώνη
Πηγή: ΕΟΦ

Αυτό το φάρμακο συνταγογραφείται συνήθως για:

Ενδείξεις

Σε ποιες καταστάσεις συστήνεται η χρήση του εναιωρήματος Maalox;

To Maalox συστήνεται να χρησιμοποιείται στις κάτωθι καταστάσεις:

Δοσολογία - τρόπος χορήγησης

Πώς λαμβάνεται το εναιώρημα Maalox;

Το εναιώρημα Maalox προορίζεται για από του στόματος χορήγηση. Το περιεχόμενου του φιαλιδίου θα πρέπει να ανακινείται καλά πριν από την κάθε χρήση του. Μπορείτε να το λαμβάνετε και με νερό ή γάλα αν είναι απαραίτητο.

Ποια είναι η δοσολογία του εναιωρήματος Maalox;

Το εναιώρημα Maalox χορηγείται σε ενήλικες και παιδιά άνω των 15 ετών. Η συνιστώμενη δοσολογία του εναιωρήματος Maalox είναι 10-20 ml (2-4 κουταλάκια του γλυκού), 4 φορές την ημέρα με μέγιστη δοσολογία 16 κουταλάκια την ημέρα. Να λαμβάνονται 20 λεπτά με 1 ώρα μετά τα γεύματα και πριν πέσετε για ύπνο (να μεσολαβεί χρόνος από την ώρα που θα ξαπλώσετε).

 

Αντενδείξεις

Ποιοι δε θα πρέπει να λαμβάνουν το εναιώρημα Maalox;

Τo Maalox δε θα πρέπει να το πάρετε σε περίπτωση που:

  • έχετε υπερβολικά εξασθενισμένο οργανισμό

  • υποφέρετε από νεφρική ανεπάρκεια 

  • εμφανίζετε αλλεργία στις δραστικές ουσίες ή σε κάποιο από τα έκδοχα του προϊόντος
  • έχετε πόνο στην κοιλιά ή/και απόφραξη του εντέρου σας.

Προφυλάξεις

Τι θα πρέπει να προσέχει κάποιος όταν λαμβάνει το εναιώρημα Maalox;

Σε ορισμένα άτομα τα οποία δε λαμβάνουν μέσω της τροφής την απαραίτητη ποσότητα φωσφόρου, μπορεί το Maalox plus λόγο του υδροξειδίου του αργιλίου που περιέχει, να προκαλέσει ανεπάρκεια φωσφόρου.

Σε ασθενείς οι οποίοι πάσχουν από πορφυρία και υποβάλλονται σε αιμοδιύλιση, η λήψη του Maalox plus δεν είναι απόλυτα ασφαλής εξαιτίας του περιεχόμενου σε αυτό υδροξειδίου του αργιλίου.

Άτομα με νεφρική δυσλειτουργία που λαμβάνουν το Maalox plus πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί, καθώς μπορεί να αυξηθούν τα επίπεδα αργιλίου και μαγνησίου στο αίμα τους. Ακόμη, η μακροχρόνια λήψη Maalox plus από αυτούς τους ασθενείς μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση συνδρόμου ένδειας φωσφόρου που χαρακτηρίζεται από συμπτώματα όπως, η οστεομαλάκυνση, η υπερασβεστιουρία (αυξημένη αποβολή ασβεστίου στα ούρα), η άνοιαη εγκεφαλοπάθεια  και η μικροκυτταρική αναιμίαΑσθενείς με νεφρική ανεπάρκεια θα πρέπει να αποφεύγουν τη μακροχρόνια λήψη αντιόξινων φαρμάκων. Επίσης, υπάρχει ο κίνδυνος να επιδεινωθεί τυχόν υπάρχουσα οστεομαλάκυνση.

Τα δισκία Maalox plus έχουν ζάχαρη, γι' αυτό διαβητικοί ασθενείς θα πρέπει να είναι προσεκτικοί με τη λήψη τους. Ακόμα, άτομα με έντονη δυσκοιλιότητα (ιδιαίτερα ηλικιωμένοι), και άτομα που δεν πρέπει να καταναλώνουν αλάτι ή να το καταναλώνουν σε περιορισμένη ποσότητα, επίσης πρέπει να προσέχουν.

Οι ασθενείς με κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη φρουκτόζη δεν πρέπει να λαμβάνουν το προϊόν αυτό καθώς περιέχει σορβιτόλη.

Με ποιες ουσίες και φάρμακα μπορεί να αλληλεπιδράσει το Maalox;

Το Maalox δε θα πρέπει να χορηγείται ταυτόχρονα με τα κάτωθι φάρμακα, καθώς έχει βρεθεί να έχει αλληλεπιδράσεις:

  • τετρακυκλίνες (εκτός από τη δοξοκυκλίνη και πιθανώς τη μινοκυκλίνη)

  • αντιχολινεργικά φάρμακα (π.χ. ατροπίνη, ιπρατρόπιο, σκοπολαμίνη)

  • αλάτα σιδήρου

  • κινιδίνη

  • καρβενοξολόνη

  • διγιτοξίνη

  • διγοξίνη

  • φαινοβαρβιτάλη

  • βαρφαρίνη

  • φαινινδιόνη

  • Η2- ανταγωνιστές (φαμοτιδίνη, ρανιτιδίνη, σιμετιδίνη)

  • ατενολόλη

  • χλωροκίνη

  • διφλουνιζάλη

  • διφωσφονικά (π.χ. αλενδρονάτη)

  • αιθαμβουτόλη

  • φθοριοκινολόνες (π.χ. λεβοφλοξασίνη)

  • φθοριούχο νάτριο

  • ινδομεθακίνη

  • ισονιαζίδη

  • νατριούχο πολυστυρένιο

  • κετοκοναζόλη

  • λινκοζαμίδες (κλινδαμυκίνη, λινκομυκίνη)

  • νευροληπτικά φάρμακα π.χ. φαινοθειαζίνες

  • μετοπρολόλη

  • προπρανολόνη

  • βενζοδιαζεπίνες (π.χ αλπραζολάμη)

  • καπτοπρίλη

  • κορτικοστεροειδή (π.χ. μεθυλπρενδιζολόνη)

  • υδαντοΐνες (π.χ. φαινυτοΐνη)

  • πενικιλλαμίνη

  • σαλικυλικά (π.χ. ασπιρίνη)

  • τικλοπιδίνη

  • λεβοντόπα

  • σουλφονυλουρίες (π.χ. γλυμεπιρίδη)

  • βαλπροϊκό νάτριο

  • οξικά άλατα

  • ιονανταλλακτικές ρητίνες

  • ένυδρο οξείδιο του αργιλίου και κιτρικά

Όταν το Maalox Plus χορηγείται με φάρμακο με το οποίο έχει αλληλεπίδραση, πρέπει να μεσολαβεί χρονικό διάστημα τουλάχιστον 2 ωρών (4 ωρών για τις φθοριοκινολόνες), ώστε να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα ανεπιθύμητων φαρμακευτικών αλληλεπιδράσεων!

Ανεπιθύμητες ενέργειες

Τι ανεπιθύμητες ενέργειες μπορεί να έχει η λήψη του εναιωρήματος Maalox;

Σπάνια μπορεί να εμφανισθούν ανεπιθύμητες ενέργειες στις συνιστώμενες δόσεις του Maalox. Μερικές από αυτές είναι:

  • δυσκοιλιότητα

  • διάρροια

  • ναυτία

  • έμετος

  • πολύ σπάνια σε άτομα που λαμβάνουν το Maalox για μεγάλα χρονικά διαστήματα έχει εμφανισθεί σύνδρομο ένδειας φωσφόρου ή σχηματισμός σκληρών κοπράνων κυρίως σε ηλικιωμένους με έντονη δυσκοιλιότητα.

 

Ανεπιθύμητες ενέργειες

Τι ανεπιθύμητες ενέργειες μπορεί να εμφανισθούν από τη λήψη του εναιωρήματος Maalox;

Συνήθως, αν ακολουθείτε τις συνιστώμενες δόσεις, σπάνια θα εμφανίσετε κάποια ανεπιθύμητη ενέργεια. Ωστόσο, αν λαμβάνετε το Maalox plus για μεγάλο χρονικό διάστημα, υπάρχει πιθανότητα να προκαλέσει διάρροια ή δυσκοιλιότητα. Σπάνια, μπορεί να προκαλέσει εμετό ή ναυτία. Ενώ, ακόμα πιο σπάνια και σε μακροχρόνια χρήση, μπορεί να προκληθεί σύνδρομο ένδειας φωσφόρου ή σχηματισμός σκληρών κοπράνων σε ηλικιωμένα άτομα με έντονη δυσκοιλιότητα.

Κύηση

Μπορεί μια έγκυος να λάβει το εναιώρημα Maalox;

Δεν υπάρχουν αρκετές κλινικές μελέτες για τη λήψη του Maalox από εγκύους. Συστήνεται να μη λαμβάνεται κατά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης. Γενικά, τα αντιόξινα φάρμακα που περιέχουν αργίλιο και μαγνήσιο θεωρούνται ασφαλή να χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια των 2 τελευταίων τριμήνων της εγκυμοσύνης, αλλά με την προϋπόθεση ότι δε λαμβάνονται για μεγάλα χρονικά διαστήματα και σε μεγάλες δόσεις.

Γαλουχία

Μπορεί μια γυναίκα που θηλάζει να λάβει το εναιώρημα Maalox;

Δεν υπάρχουν στοιχεία τα οποία να δείχνουν ότι αντιόξινα που περιέχουν αργίλιο ή μαγνήσιο δεν πρέπει να χορηγούνται σε γυναίκες που θηλάζουν. Το μαγνήσιο θεωρείται ασφαλές για γυναίκες που θηλάζουν. Βέβαια, όπως ισχύει και για όλα τα φάρμακα, η χορήγηση σε γυναίκες που είναι έγκυες ή θηλάζουν, πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή και μόνο αν είναι απαραίτητο.