Καρδιά και αγγεία

Μυοκαρδίτιδα: Τι συμβαίνει όταν ένας άνθρωπος έχει φλεγμονή στην καρδιά;

Τι πρέπει να ξέρετε για τη μυοκαρδίτιδα;

Η μυοκαρδίτιδα είναι μια φλεγμονώδης νόσος που επηρεάζει τον καρδιακό μυ (ή το μυοκάρδιο), η οποία προκαλείται συχνότερα από λοιμώξεις, ασθένειες του ανοσοποιητικού ή τοξίνες.

Αυτή η φλεγμονή μειώνει την ικανότητα κανονικής συστολής του καρδιακού μυός και σε σοβαρές περιπτώσεις ενδέχεται να οδηγήσει σε μόνιμη καρδιακή βλάβη, προκαλώντας διατατική μυοκαρδιοπάθεια ή καρδιακή ανεπάρκεια.

Ποια συμπτώματα προκαλεί η μυοκαρδίτιδα;

Τα συμπτώματα που προκαλούνται από τη μυοκαρδίτιδα ποικίλουν σε βαρύτητα. Ορισμένοι ασθενείς με φλεγμονή στον καρδιακό μυ παρουσιάζουν συμπτώματα που είναι ελάχιστα αισθητά, ενώ άλλοι υποφέρουν από έντονα συμπτώματα. Ο βαθμός της σοβαρότητάς τους αντανακλά τη σοβαρότητα της φλεγμονής που υπάρχει στον καρδιακό μυ.

Στις περισσότερες περιπτώσεις οι ασθενείς με μυοκαρδίτιδα εμφανίζουν ήπια συμπτώματα που μοιάζουν με γρίπη, τα οποία τείνουν να υποχωρούν μέσα σε μια ή δυο εβδομάδες, ενώ σε πιο σοβαρές περιπτώσεις εμφανίζονται καρδιακά συμπτώματα, όπως ο πόνος στο στήθος που είναι ένα από τα πιο κοινά συμπτώματα των καρδιακών παθήσεων. Σε περίπτωση που η μυοκαρδίτιδα είναι τόσο σοβαρή, που να υπάρχει κίνδυνος καρδιακής ανεπάρκειας, τότε εμφανίζονται συμπτώματα, όπως η δυσκολία στην αναπνοή (δύσπνοια) και το οίδημα (πρήξιμο) στα πόδια.

Σε περίπτωση οξείας μυοκαρδίτιδας, εμφανίζονται συμπτώματα καρδιακής αρρυθμίας οποιουδήποτε τύπου, όπως:

Σημειώνεται ότι οι αρρυθμίες συνήθως εξαφανίζονται μόλις υποχωρήσει η οξεία μυοκαρδίτιδα.

Ποια είναι η αιτία της μυοκαρδίτιδας;

Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν μυοκαρδίτιδα, όπως:

  • Λοιμώξεις με πολυάριθμους μολυσματικούς παράγοντες, όπως ιογενείς λοιμώξεις, βακτηριακές λοιμώξεις, νόσος του Lyme, μυκητιασική νόσος, παράσιτα και τοξοπλάσμωση.
  • Συστηματικές ανοσολογικές ή φλεγμονώδεις ασθένειες, όπως λύκος, σαρκοείδωση, φλεγμονώδης νόσος του εντέρου, επιλόχειος μυοκαρδιοπάθεια (μυοκαρδίτιδα μετά τον τοκετό) και νόσος του Graves.
  • Τοξίνες, όπως αλκοόλ, κοκαΐνη, αρσενικό, μονοξείδιο του άνθρακα και διάφορα φάρμακα.
  • Αλλεργικές αντιδράσεις σε ουσίες όπως τα αντιβιοτικά και σε τσιμπήματα εντόμων ή φιδιών.
  • Ακτινοβολία, από ακτινοθεραπείες στην περιοχή του θώρακα, σε περιπτώσεις όπως ο καρκίνος του μαστού.

Πώς γίνεται η διάγνωση της μυοκαρδίτιδας;

Για τη διάγνωση της μυοκαρδίτιδας, ο γιατρός πρεπει να συλλέξει επαρκή στοιχεία που να υποδηλώνουν την πάθηση, από διάφορες πηγές όπως:

  • Έλεγχος συμπτωμάτων
  • Αποτελέσματα φυσικής εξέτασης
  • Αποτελέσματα ηλεκτροκαρδιογραφήματος, που να δείχνουν χαρακτηριστικές αλλαγές στον καρδιακό ρυθμό
  • Εξετάσεις αίματος με μη φυσιολογικές ενδείξεις αίματος, αυξημένα καρδιακά ένζυμα και μη φυσιολογικές ρευματολογικές εξετάσεις προσυμπτωματικού ελέγχου.

Σε περίπτωση που υπάρχουν συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας, τότε το ηχοκαρδιογράφημα είναι απαραίτητο για την εκτίμηση της έκτασης της βλάβης που υπάρχει στον καρδιακό μυ.

Σημειώνεται ότι περιστασιακά απαιτείται βιοψία για να τεκμηριωθεί η έκταση και ο τύπος της φλεγμονής που υπάρχει στον καρδιακό μυ.

Πώς αντιμετωπίζεται η μυοκαρδίτιδα;

Η θεραπεία της μυοκαρδίτιδας στοχεύει πρώτα στον εντοπισμό και τη θεραπεία της υποκείμενης αιτίας που την προκαλεί. Για παράδειγμα, αν η αιτία της μυοκαρδίτιδας είναι μια λοίμωξη, τότε με τα κατάλληλα αντιβιοτικά αντιμετωπίζεται πρώτα η λοίμωξη. Σε περίπτωση καρδιακής ανεπάρκειας, αρχίζει άμεσα επιθετική θεραπεία για την άμεση διαχείριση της κατάστασης. Τα άτομα με οξεία μυοκαρδίτιδα επιβάλλεται να αποφεύγουν την οποιαδήποτε περιττή άσκηση για να μειώσουν την πίεση που ασκείται στην καρδιά.

Τα περισσότερα άτομα με μυοκαρδίτιδα καταφέρνουν να αναρρώσουν πλήρως με την χρήση της επιθετικής θεραπείας, αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις που ο ασθενής δεν καταφέρνει να αναρρώσει πλήρως. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η φλεγμονή παραμένει και επιδεινώνεται για χρόνια, δυσχεραίνοντας σταδιακά την καρδιακή λειτουργία. Για τον λόγο αυτό, τα άτομα που βιώνουν μυοκαρδίτιδα και αναρρώνουν, πρέπει να επανεξετάζονται εντός μερικών μηνών, για να διαπιστωθεί με σιγουριά ότι η φλεγμονή έχει υποχωρήσει πλήρως.