Εγκυμοσύνη

Ποια φάρμακα επιτρέπονται στην εγκυμοσύνη και ποια απαγορεύονται;

Οι γυναίκες που κυοφορούν γνωρίζουν πως πρέπει να αποφεύγουν τη χρήση φαρμάκων, εκτός αν αυτά τα έχει συστήσει ο γιατρός τους. Όμως, επειδή η εγκυμοσύνη διαρκεί αρκετούς μήνες κατά τη διάρκεια των οποίων μπορεί η έγκυος να έχει διάφορες ενοχλήσεις όπως πονοκεφάλους, καούρες στο στομάχι, αρκετές έγκυες έχουν την απορία κατά πόσο είναι ασφαλής η χρήση φαρμάκων που διατίθενται χωρίς ιατρική συνταγή, όπως τα απλά παυσίπονα, τα αντιμυκητισιακά ή τα αντιόξινα. Συχνά οι απόψεις των γιατρών διίστανται, έτσι θα πρέπει οπωσδήποτε η έγκυος να πάρει την έγκριση του γιατρού της πριν κάνει χρήση οποιουδήποτε φαρμάκου, ακόμη και αυτών που μπορεί να λάβει χωρίς συνταγή. Ποια είναι όμως τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα  που θεωρούνται ασφαλή και ποια δεν είναι τελικά τόσο αθώα;

Παυσίπονα

Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης η έγκυος μπορεί να χρειαστεί να λάβει κάποιο παυσίπονο. Τα πιο συνηθισμένα, για τα οποία έχουν γίνει και οι περισσότερες έρευνες είναι εκείνα που περιέχουν την ουσία acetaminophen, δηλαδή ακεταμινοφαίνη ή αλλιώς παρακεταμόλη. Αν και δεν υπάρχουν ενδείξεις τερατογένεσης, από την άλλη δεν υπάρχουν και αρκετές μελέτες που να αποδεικνύουν την ασφάλεια της κατά τη διάρκεια της κύησης, και ακριβώς για αυτόν τον λόγο, δηλαδή ότι δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να δείχνουν ότι δημιουργεί πρόβλημα είναι συνήθως η ουσία που επιλέγεται από τους ιατρούς για να λάβει η έγκυος γυναίκα.

Τα salicylates ή σαλικυλικά έχουν συνδεθεί με την αυξημένη θνησιμότητα, με αιμορραγίες, ελλιπές βάρος γέννησης, παρατεταμένο διάστημα κύησης και τοκετού και με πιθανές γενετικές ανωμαλίες. Πρόσφατη έρευνα έδειξε πως μια χαμηλή δόση ασπιρίνης δεν σχετίζεται με αποκόλληση πλακούντα ή αυξημένη περιγεννητική θνησιμότητα, αλλά θα πρέπει να λαμβάνεται μονάχα αν το έχει συστήσει ο γυναικολόγος.

Παυσίπονα που περιέχουν την ουσία indomethacin χορηγoύνται συχνά κατά τη διάρκεια της κύησης όμως μπορεί να μειώσουν το αμνιακό υγρό, να επισπεύσουν τον τοκετό, να προκαλέσουν αυξημένη πνευμονική πίεση που δεν υποχωρεί εύκολα, νεογνική νεφροτοξικότητα και σε ακραίες περιπτώσεις ακόμη και περικοιλιακή αιμορραγία εγκέφαλου.

Αντιόξινα

Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αρκετές έγκυες υποφέρουν από παλλινδρόμηση ή καούρες με αποτέλεσμα να αναζητούν ανακούφιση σε αντιόξινα φάρμακα, όμως πολλά από αυτά μπορεί να βλάψουν την ίδια και το παιδί που κυοφορεί. Τα αντιόξινα που περιέχουν magnesium sulfate μπορεί να προκαλέσουν συσπάσεις στην μήτρα και για αυτόν τον λόγο οι περισσότεροι γιατροί επιλέγουν τα σκευάσματα με ενώσεις ασβεστίου, τα οποία δείχνουν να είναι πιο ασφαλή. Τέλος, καθώς αρκετά περιέχουν αλουμίνιο, το οποίο έχει συνδεθεί με ανώμαλη ανάπτυξη του εμβρύου και τραυματισμούς στους ιστούς αν γίνεται μακροχρόνια χρήση, θα πρέπει  η έγκυος να είναι ιδιαίτερα προσεκτική και να συμβουλεύεται πάντα τον γυναικολόγο της.

Τέλος οι ανταγωνιστές των Η2 υποδοχέων της ισταμίνης είναι πολύ αποτελεσματικά φάρμακα στην αντιμετώπιση της παλινδρόμησης και της καούρας, αλλά διαπερνούν τον πλακούντα, και η χορήγηση τους πρέπει να γίνεται με μεγάλη προσοχή στις γυναίκες που δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν με άλλον τρόπο τα συμπτώματα αυτά. Συνήθως τα παραπάνω περιέχουν τις ουσίες cimetidine και ranitidine. Οι έρευνες δεν έδειξαν σημαντικές παρενέργειες ή αυξημένο κίνδυνο για το έμβρυο και θεωρούνται γενικώς αρκετά ασφαλή κατά τη διάρκεια της κύησης, εκτός ίσως από την περίπτωση της ουσίας nizatidine που έχει αυξημένο κίνδυνο για εμβρυικό ενδομήτριο θάνατο, αυτόματη αποβολή και χαμηλό βάρος γέννησης.

Αντιμυκητισιακά

Ορισμένες μικρές μελέτες έχουν δείξει πως η χρήση των ουσιών butoconazole και miconazole  που περιέχουν ορισμένα αντιμυκητισιακά φάρμακα δείχνουν να είναι ασφαλή κατά τη διάρκεια του δεύτερου και τρίτου τριμήνου της εγκυμοσύνης, ενώ ανεπαρκή είναι τα στοιχεία για την ουσία tioconazole. Για την θεραπεία της καντιντίασης στον κόλπο αρκετοί γυναικολόγοι επιλέγουν την ουσία fluconazole καθώς έρευνα που έγινε σε 226 έγκυες γυναίκες οι οποίες έλαβαν την εν λόγω ουσία δεν παρουσίασαν μεγαλύτερα ποσοστά αποβολών, ενδομήτριου εμβρυικού θανάτου ή γενετικών ανωμαλιών. Αντίθετα τα φάρμακα που περιέχουν τις ουσίες ketoconazole, flucytosine, και griseofulvin μπορεί να προκαλέσουν τερατογένεση ή τοξικότητα στο έμβρυο, σύμφωνα με πειράματα που έγιναν σε ζώα.