Μολυσματικές ασθένειες

Πώς η COVID-19 επιδεινώνει τον εθισμό στα οπιοειδή;

«Είμαι γιατρός πρωτοβάθμιας περίθαλψης που έχει αναρρώσει από κορωνοϊό και που αντιμετωπίζει εθισμό στα οπιούχα. Εργάζομαι σε κλινική πρωτοβάθμιας περίθαλψης στο κέντρο της πόλης της Τσέλσι της Μασαχουσέτης, η οποία έχει μεγάλο ποσοστό μόλυνσης COVID-19, κυρίως λόγω της φτώχειας. Αυτές οι δύο εμπειρίες, μου προσφέρουν μια σαφή εικόνα για το πώς αυτές οι δύο επιδημίες – COVID-19 και εθισμός στα οπιοειδή – είναι σε θέση να επηρεάσουν και να επιδεινώσουν, η μια την άλλη» εξομολογείτε ο Peter Grinspoon, MD, προσθέτοντας «δύο μεγάλες επιδημίες της γενιάς μας, αλληλοεπηρεάζονται με τρόπους που είναι θανατηφόροι και οι οποίοι τονίζουν το πόσο επείγον είναι να ανταποκριθούμε και να διορθώσουμε μερικά λάθη που κάνει η κοινωνία μας και επιδεινώνει αυτές τις δύο κρίσεις».

Πώς η COVID-19 επιδεινώνει τον εθισμό στα οπιοειδή;

1. Οι κοινωνικοί παράγοντες υγείας δημιουργούν μεγαλύτερη ευπάθεια

Άτομα που παλεύουν να αντιμετωπίσουν τον εθισμό τους, είναι ιδιαίτερα ευάλωτα, τόσο στο να προσβληθούν από κορωνοϊό, όσο και να ασθενήσουν σοβαρά στην περίπτωση που προσβληθούν. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους συμβαίνει αυτό, αλλά οι ειδικοί καταλήγουν σε κάτι που ονομάζεται «κοινωνικός καθοριστικός παράγοντας της υγείας», ο οποίος σύμφωνα με το CDC αναφέρεται στις «συνθήκες στους χώρους όπου ζουν, μαθαίνουν και εργάζονται. Συνθήκες, οι οποίες επηρεάζουν ένα ευρύ φάσμα κινδύνων για την υγεία και τα αποτελέσματα της».

Εν ολίγοις, τα άτομα που πάσχουν από εθισμό είναι πολύ πιο ευάλωτα στον κορωνοϊό, καθώς είναι πιο πιθανό να είναι άστεγοι, φτωχοί, καπνιστές με πνευμονική ή καρδιαγγειακή νόσο, ανασφάλιστοι, ή να έχουν βιώσει σοβαρά κοινωνικοοικονομικά προβλήματα ή προβλήματα υγείας, λόγω του εθισμού τους. Υπάρχουν, επίσης, πολλά εκατομμύρια άνθρωποι, οι οποίοι είναι φυλακισμένοι για αδικήματα ναρκωτικών.

2. Διατάραξη θεραπειών και συστημάτων υποστήριξης

Οι θεραπείες και οι υπηρεσίες, στις οποίες στηρίζονται οι άνθρωποι για να αντιμετωπίσουν τον εθισμό τους, έχουν σταματήσει λόγω της πανδημίας. Οι οδηγίες, υπογραμμίζουν ότι όλοι μας, πρέπει να μένουμε στο σπίτι, πράγμα, ωστόσο, που έρχεται σε αντιπαράθεση με την ανάγκη ενός εθισμένου ανθρώπου να πάει στο νοσοκομείο ή στην κλινική και να πάρει μεθαδόνη ή άλλα θεραπευτικά φάρμακα για τον εθισμό.

Πολλές κυβερνήσεις, για να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα, έχουν χαλαρώσει τους κανονισμούς, ώστε θεωρητικά, οι κλινικές να είναι σε θέση να παρέχουν στους σταθερούς έστω ασθενείς, φάρμακα για 14 ακόμη και για 28 ημέρες, για να αποφευχθεί ο συνωστισμός στις κλινικές και να τηρείται η κοινωνική απόσταση ασφάλειας. Ωστόσο, δυστυχώς πολλοί ασθενείς δεν έχουν αυτό το προνόμιο.

Επιπρόσθετα, η κυβέρνηση έχει χαλαρώσει ορισμένους περιορισμούς που αφορούν τη συνταγογράφηση βουπρενορφίνης, επιτρέποντας συνταγογραφήσεις μέσω τηλεφώνου, ωστόσο αυτό προϋποθέτει ότι υπάρχουν υγιείς και πιστοποιημένοι γιατροί που είναι σε θέση να δώσουν αυτές τις συνταγές και ότι τα ιατρεία τους λειτουργούν.

Ένα άλλο ζήτημα, είναι η πρόσβαση σε καθαρές βελόνες, νοουμένου ότι πολλά ιατρεία είναι κλειστά. Την ίδια στιγμή, πολλά προγράμματα αποκατάστασης ακυρώνονται και άλλα λειτουργούν με μειωμένες θέσεις, λόγου του φόβου εξάπλωσης του κορωνοϊού, πράγμα που δυσκολεύει ακόμη περισσότερο την κατάσταση για τους εθισμένους ασθενείς.

3. Η κοινωνική απομόνωση αυξάνει τον κίνδυνο για εθισμό

Μια μεγάλη αλήθεια, είναι ότι ο εθισμός είναι «μια ασθένεια απομόνωσης». Με βάση αυτό, η κοινωνική απόσταση, δεν βοηθά τις προσπάθειες για συμμετοχή σε μια κοινότητα ανάκαμψης. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι ειδικοί κάνουν διάκριση μεταξύ φυσικής απόστασης και κοινωνικής απόστασης και στην πραγματικότητα τονίζουν ότι διατηρούμε τη φυσική απόσταση, αλλά καταβάλλουμε επιπλέον προσπάθειες για να διατηρήσουμε τους κοινωνικούς δεσμούς κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Η κοινωνική απομόνωση, που είναι τόσο κρίσιμη για την πρόληψη της εξάπλωσης του κορωνοϊού, εμποδίζει τους ανθρώπους να συμμετάσχουν σε ομάδες υποστήριξης, τόσο συναισθηματικής και όσο και πνευματικής υποστήριξης, οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας, για τα άτομα που προσπαθούν να αναρρώσουν από τον εθισμό.

4. Η απομόνωση μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο θανάτων από υπερβολική δόση

Το αυξημένο άγχος, ωθεί τους περισσότερους στη αυξημένη χρήση ναρκωτικών. Οι χρήστες, που κάποτε έκαναν χρήση με ένα φίλο τους, σε μια προσπάθεια να μειώσουν το άγχος τους, τώρα είναι μονοί τους και δεν υπάρχει κανένας να τους χορηγήσει ναλοξόνη ή να καλέσει βοήθεια σε περίπτωση υπερδοσολογίας. Κατά συνέπεια, η αστυνομία βρήκε αρκετούς χρήστες νεκρούς στα διαμερίσματα τους.

Επιπρόσθετα, ακόμη και στην περίπτωση που κάποιος καλέσει τις πρώτες βοήθειες, λόγω του γεγονότος ότι το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης είναι υπερφορτωμένο, η βοήθεια μπορεί να φτάσει λίγο πιο αργά. Την ίδια στιγμή, η θεραπεία για την υπερβολική δόση, μπορεί να μην είναι διαθέσιμη στις μονάδες έκτακτης ανάγκης, λόγω της πανδημίας.

Δυστυχώς, το άσχημο πρόσωπο του στίγματος και των διακρίσεων, δείχνει και σε αυτή την περίπτωση τα δόντια του, καθώς πολλές αστυνομικές υπηρεσίες αρνούνται να δώσουν ναλοξόνη σε εθισμένους ασθενείς μετά από υπερβολική δόση, με το πρόσχημα ότι είναι πολύ επικίνδυνο επειδή ο «εθισμένος» μπορεί να προκαλέσει βήχα και φτάρνισμα, πράγμα που θα βοηθούσε στην εξάπλωση του κορωνοϊού μέσω σταγονιδίων.

Συμπερασματικά

Εκείνο που επείγει, λοιπόν, αυτή τη στιγμή είναι η παροχή πόρων, όπως οι διαδικτυακές συνεδρίες, σε όσους αγωνίζονται με τον εθισμό, ώστε να μην νιώθουν μόνοι και να μπορούν να ξεχνιούνται κατά τη διάρκεια αυτής της διπλής κρίσης. Επιπρόσθετα, πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι εθισμένοι ασθενείς παίρνουν τα φάρμακα που χρειάζονται για την ανάκαμψη τους, ότι έχουν πρόσβαση σε καθαρές βελόνες εάν εξακολουθούν να τις χρησιμοποιούν, επαρκή ιατρική περίθαλψη, τροφή και στέγαση.

Ωστόσο, εάν έχει προκύψει ένα καλό από τη δυστυχία αυτών των επιδημιών, ίσως είναι το άπλετο φως που φώτισε τις θανατηφόρες κοινωνικές ρωγμές, όπως η φτώχεια, τα άνισα εισοδήματα, η έλλειψη ασφάλισης υγείας και η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και η έλλειψη στέγης. Εκείνο που μένει τώρα, είναι μια καθοριστική και αποτελεσματική αντίδραση της κοινωνίας, ώστε αυτά τα προβλήματα να μην παρατηρηθούν ξανά σε μελλοντικές πανδημίες.