Μολυσματικές ασθένειες

Πώς η καρδιαγγειακή νόσος αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρής ασθένειας και θανάτου από COVID-19;

Με βάση τις αναφορές που προέρχονται από την Κίνα, γνωρίζουμε ότι οι περισσότεροι ασθενείς με COVID-19 (περίπου 80%) θα εμφανίσουν ήπια φλεγμονώδη συμπτώματα, όπως πυρετό, ξηρό βήχα και πόνους στο σώμα, συμπτώματα τα οποία μπορούν να αντιμετωπιστούν στο σπίτι. Το 20% θα εμφανίσει πιο σοβαρά συμπτώματα, όπως πνευμονία που απαιτεί νοσηλεία, ενώ περίπου το ένα τέταρτο από αυτούς θα χρειαστεί να εισαχθεί στην μονάδα εντατικής θεραπείας.

Αρχικά, οι αναφορές εστιάζονταν στο ότι η COVID-19, προκαλεί σοβαρά προβλήματα στο αναπνευστικό σύστημα, όπως πνευμονία και δυσκολία στην αναπνοή. Πρόσφατα, ωστόσο, έγιναν αναφορές και σε σοβαρές καρδιαγγειακές επιπλοκές, οι οποίες μάλιστα, εμφανίζονται στο 10% με 20% των ασθενών που χρειάζονται νοσηλεία.

Συγκεκριμένα, κάποιος που πάσχει ήδη από κάποια καρδιακή νόσο και προσβάλλεται από COVID-19, μπορεί να υποστεί καρδιακή προσβολή ή να εμφανίσει συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια. Όπως εξηγούν οι ειδικοί, αυτή η ταχεία επιδείνωση της καρδιαγγειακής υγείας, πιθανότατα είναι αποτέλεσμα του συνδυασμού της ιογενούς ασθένειας με τις αυξημένες απαιτήσεις της καρδιάς (ο πυρετός προκαλεί γρήγορο καρδιακό ρυθμό, για παράδειγμα), τα χαμηλά επίπεδα οξυγόνου λόγω πνευμονίας και την αυξημένη τάση για σχηματισμό θρόμβων στο αίμα. Πέραν όμως από αυτές τις καρδιακές επιπλοκές, έχει παρατηρηθεί και μια πιο ασυνήθιστη κατάσταση, που ονομάζεται μυοκαρδίτιδα στους ασθενείς με COVID-19.

Η COVID-19 προκαλεί φλεγμονή του καρδιακού μυός

Μερικοί ασθενείς με COVID-19, που φαίνεται να παθαίνουν καρδιακή προσβολή, υποφέρουν στην πραγματικότητα από αυξημένη φλεγμονή του καρδιακού μυός, μια κατάσταση που ονομάζεται μυοκαρδίτιδα.

Συγκεκριμένα, τα ηλεκτροκαρδιογραφήματα αυτών των ασθενών, δείχνουν κάποιες αλλαγές που υποδηλώνουν καρδιακή προσβολή, ενώ οι εξετάσεις αίματος αποκαλύπτουν αυξημένα επίπεδα τροπονίνης, ενός καρδιακού ενζύμου που απελευθερώνεται όταν ο καρδιακός μυς έχει υποστεί βλάβη. Σύμφωνα, μάλιστα, με μια ανασκόπηση που δημοσιεύθηκε στο JAMA Cardiology, ο σοβαρός τραυματισμός του καρδιακού μυός που καθορίζεται με βάση τα επίπεδα της τροπονίνης στο αίμα, έχει συσχετιστεί άμεσα με τον αυξημένο κίνδυνο θανάτου στα άτομα που μολύνθηκαν από COVID-19. Παρόλα αυτά, δεν είναι σαφές εάν η μυοκαρδίτιδα οφείλεται στην άμεση επίδραση του ιού στον καρδιακό μυ ή εάν οφείλεται στην υπερδραστήρια ανοσοαπόκριση του οργανισμού στον ιό, και ως εκ τούτου οι γιατροί δεν γνωρίζουν ακόμη το πώς μπορούν να θεραπεύσουν αυτούς τους ασθενείς.

Τα άτομα με υπέρταση και στεφανιαία νόσο διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να ασθενήσουν με κορωνοϊό

Όπως δείχνουν τα στατιστικά, περίπου το 10% των ατόμων που πάσχουν από κάποια καρδιαγγειακή νόσο (CVD) θα πεθάνει εάν ασθενήσει με κορωνοϊό, σε αντίθεση με το 1% των ασθενών που δεν πάσχουν από κάποια χρόνια πάθηση.  Επιπρόσθετα, ο κίνδυνος θανάτου, αυξάνεται και ανάμεσα στα άτομα που πάσχουν από υπέρταση και στεφανιαία νόσο (CAD), το γιατί όμως, δεν είναι ακόμη σαφές. Ορισμένοι εμπειρογνώμονες, ωστόσο, εικάζουν ότι αυτό οφείλεται σε ορισμένα φάρμακα για την αρτηριακής πίεσης και συγκεκριμένα στους αναστολείς του ενζύμου μετατροπής της αγγειοτενσίνης (ACE) και στους αποκλειστές των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης (ARBs).

Αναστολείς ACE και ARB: Βλάπτουν ή βοηθούν;

Οι αναστολείς ACE και ARB είναι από τα πιο συχνά συνταγογραφούμενα φάρμακα για τη θεραπεία της υψηλής αρτηριακής πίεσης, τα οποία, όπως είπαμε προηγουμένως θεωρούνται οι βασικοί ένοχοι για την αυξημένη συχνότητα εμφάνισης κορωνοϊού στα άτομα με υπέρταση.

Συγκεκριμένα έχει παρατηρηθεί ότι ο κορωνοϊός προσκολλάται στον υποδοχέα ACE2, ο οποίος βρίσκεται στον πνεύμονα και τον καρδιακό ιστό. Τα άτομα που λαμβάνουν αναστολείς ACE και ARB, παράγουν αυξημένο αριθμό υποδοχέων ACE2, με αποτέλεσμα οι πιθανότητες λοίμωξης να αυξάνονται.

Μια μελέτη, ωστόσο, που πραγματοποιήθηκε σε ποντίκια, έχει διαπιστώσει ότι ο υποδοχέας ACE2 είχε προστατεύσει τα ζώα από τον ιογενή πνευμονικό τραυματισμό, ενώ μια άλλη μελέτη, που βρίσκεται σε εξέλιξη, προσπαθεί να ελέγξει το κατά πόσον η λοσαρτάνη, ένας αναστολέας ARB, μπορεί να προστατεύσει τους ασθενείς που έχουν μολυνθεί με κορωνοϊό.

Παρόλο που σήμερα δεν υπάρχουν επαρκεί στοιχεία που να δείχνουν ξεκάθαρα αν οι  εν λόγω αναστολείς προκαλούν βλάβη ή όφελος, το Αμερικανικό Κολέγιο Καρδιολογίας, η American Heart Association και η μονάδα Καρδιακής Ανεπάρκειας της Αμερικής, συνιστούν στους ασθενείς που λαμβάνουν ήδη αναστολείς ACE και ARB να μην σταματούν τη χρήση τους.

Τι πρέπει να κάνουν οι καρδιοπαθείς για να αποτρέψουν την λοίμωξη;

Δεν υπάρχουν πρωτόκολλα που να αναφέρονται ειδικά σε τρόπους πρόληψης για καρδιοπαθείς, ωστόσο τονίζεται ότι αυτά τα άτομα θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικά και να ακολουθούν τις συστάσεις του CDC, να πλένουν συχνά τα χέρια τους και διατηρούν κοινωνικές αποστάσεις. Είναι, επίσης, σημαντικό να μην παραμελούν τα εμβόλια γρίπης και πνευμονίας, επειδή αυτές οι ασθένειες μπορούν να αποδυναμώσουν το ανοσοποιητικό σύστημα και να μειώσουν την ικανότητα του οργανισμού να καταπολεμήσει τον κορωνοϊό. Τέλος, οι καρδιοπαθείς θα πρέπει να αποφεύγουν τη στενή επαφή με παιδιά κάτω των 18 ετών, διότι αν και αναπτύσσουν σπάνια σοβαρά συμπτώματα, μπορεί  να είναι ασυμπτωματικοί και μεταδοτικοί φορείς της νόσου.