Εγκυμοσύνη

Ζυγωτό: Πώς σχηματίζεται και ποια η πορεία του μέχρι την εμφύτευση στη μήτρα;

Το ζυγωτό, που ονομάζεται επίσης γονιμοποιημένο ωάριο, είναι η φάση της σύλληψης όπου ένα ωάριο και ένα σπερματοζωάριο ενώνονται για να σχηματίσουν ένα ενιαίο κύτταρο. Το ζυγωτό περιέχει ένα πλήρες σύνολο χρωμοσωμάτων, 23 από το ωάριο και 23 από το σπερματοζωάριο, δηλαδή συνολικά 46 χρωμοσώματα, που είναι ο φυσιολογικός αριθμός χρωμοσωμάτων ενός σωματικού κυττάρου του ανθρώπου. Η φάση του ζυγωτού διαρκεί περίπου μόνο τέσσερις ημέρες, μετά τις οποίες το ενιαίο κύτταρο διαιρείται γρήγορα για να γίνει βλαστοκύστη και στη συνέχεια έμβρυο.

Πώς γίνεται ο σχηματισμός του ζυγωτού;

Ένα ζυγωτό σχηματίζεται όταν ένα σπερματοζωάριο διεισδύει στην εξωτερική επιφάνεια ενός ωαρίου. Αυτό συμβαίνει στο πρώτο τρίτο της σάλπιγγας. Αν και το στάδιο του ζυγωτού είναι πολύ σύντομο, διαρκεί μόνο τις πρώτες ημέρες της σύλληψης, είναι σημαντικό (δείτε εδώ πώς η διαδικασία της σύλληψης μπορεί να επηρεάσει την ψυχική υγεία των γονέων). Το μονοκύτταρο ζυγωτό περιέχει όλες τις γενετικές πληροφορίες που απαιτούνται για τον σχηματισμό ενός εμβρύου. Πριν από τη γονιμοποίηση, πρέπει να συμβούν ορισμένες αλλαγές στο σπέρμα, προκειμένου αυτό να φτάσει στη σάλπιγγα και να διεισδύσει στο ωάριο. Οι συνθήκες στον κόλπο ενεργοποιούν τα ένζυμα ΑΤΡ στο σπέρμα. Αυτό βοηθά το σπέρμα να ταξιδέψει προς τη σάλπιγγα. Επιπλέον, απελευθερώνονται λυσοσωμικά ένζυμα καθώς το σπέρμα ταξιδεύει. Αυτά τα ένζυμα είναι απαραίτητα για τη διείσδυση στην εξωκυτταρική επιφάνεια του ωαρίου. Εάν δεν συμβεί κάποια από αυτές τις αλλαγές, το σπέρμα μπορεί να μην φτάσει ποτέ στο ωάριο ή να μην μπορέσει να διεισδύσει σε αυτό. Μόλις το σπερματοζωάριο εισέλθει στο ωάριο, πρέπει να διασπάσει την εξωτερική μεμβράνη του ωαρίου, ώστε να υπάρχει δίοδος προς την πλασματική μεμβράνη. Όταν ένα σπερματοζωάριο συγχωνεύεται με την πλασματική μεμβράνη του ωαρίου, ενεργοποιούνται αντιδράσεις που συνήθως εμποδίζουν άλλο σπερματοζωάριο να κάνει το ίδιο. Αυτό είναι σημαντικό επειδή διασφαλίζει ότι υπάρχει ο σωστός αριθμός χρωμοσωμάτων και αποτρέπει την εμφάνιση ζυγωτού με τρισωμία (ζυγωτό με τρία σύνολα χρωμοσωμάτων αντί για τα συνήθη δύο, δηλαδή ένα μητρικής προέλευσης και ένα πατρικής). Ο χρόνος και οι ορμόνες παίζουν επίσης ρόλο στο κατά πόσον μπορεί να πραγματοποιηθεί γονιμοποίηση. Απαιτείται μια αύξηση της ωχρινοτρόπου ορμόνης προκειμένου να συμβεί η ωορρηξία. Η προγεστερόνη συμβάλλει στην προετοιμασία ενός κατοικήσιμου περιβάλλοντος για την εμφύτευση του εμβρύου, με την πάχυνση του βλεννογόνου της μήτρας.  Η ανεπαρκής παραγωγή αυτών των ορμονών θα μπορούσε να εμποδίσει τη γονιμοποίηση ή την εμφύτευση.

Χρονισμός

Το ωάριο και το σπέρμα ενώνονται τις ημέρες μετά την ωορρηξία μετά από κολπικό σεξ (φυσιολογική σύλληψη) ή ιατρικώς υποβοηθούμενη γονιμοποίηση. Η φάση του ζυγωτού είναι σύντομη, διαρκεί μόνο περίπου τέσσερις ημέρες, μετά την οποία τα κύτταρά του διαιρούνται ταχέως και μετατρέπονται σε βλαστοκύστη. Η βλαστοκύστη αναπτύσσεται περίπου την πέμπτη ημέρα μετά τη γονιμοποίηση, καθώς το ζυγωτό ταξιδεύει κατά μήκος της σάλπιγγας προς τη μήτρα. Μόλις βρεθεί στη μήτρα, περίπου την 7η ημέρα, η βλαστοκύστη μπορεί να εμφυτευτεί στο ενδομήτριο (την επένδυση του τοιχώματος της μήτρας).

Δίδυμα

Τα δίδυμα μπορεί να αναπτυχθούν από τον ίδιο ζυγωτό (μονοζυγωτικά) ή από διαφορετικά (διζυγωτικά). Τα μονοζυγωτικά δίδυμα ονομάζονται πανομοιότυπα, ενώ τα διζυγωτικά δίδυμα ονομάζονται αδελφικά. Τα μονοζυγωτικά δίδυμα αναπτύσσονται όταν ένα ενιαίο, γονιμοποιημένο ωάριο διασπάται και τα κύτταρα διαχωρίζονται σε δύο βλαστοκύστεις, αντί να παραμείνουν μαζί σε μια ενιαία βλαστοκύστη. Αυτά τα δίδυμα ξεκινούν με τα ίδια χρωμοσώματα και συχνά μοιάζουν πανομοιότυπα και αναγνωρίζονται ως του ίδιου φύλου κατά τη γέννηση. Μπορεί να μοιράζονται τον αμνιακό σάκο και τον πλακούντα, ανάλογα με το πότε διαχωρίστηκαν. Τα διζυγωτικά δίδυμα αναπτύσσονται όταν δύο ωάρια γονιμοποιούνται από δύο σπερματοζωάρια. Αυτά θα συνεχίσουν να παράγουν δύο έμβρυα. Σε αντίθεση με τα μονοζυγωτικά δίδυμα, τα διζυγωτικά δίδυμα δεν μοιράζονται το ίδιο γενετικό υλικό επειδή σχηματίστηκαν από ξεχωριστά ζυγωτά . Οι γενετικές ομοιότητες των διζυγωτικών διδύμων είναι αυτές οποιουδήποτε αδελφού (μοιάζουν δηλαδή σαν δύο ανεξάρτητα αδέλφια). Αυτού του είδους οι δίδυμοι μπορούν να αναγνωριστούν ως του ίδιου ή διαφορετικού φύλου κατά τη γέννηση. Αναπτύσσονται σε ξεχωριστούς σάκους και τρέφονται από ξεχωριστούς πλακούντες. Τα διζυγωτικά δίδυμα είναι ο πιο κοινός τύπος διδύμων, αποτελώντας το 70% των δίδυμων κυήσεων. (Διαβάστε εδώ αν η ηλικία της μητέρας παίζει ρόλο για σύλληψη διδύμων)

Τι επιπλοκές μπορεί να συμβούν κατά το σχηματισμό του ζυγωτού;

Ορισμένες επιπλοκές μπορεί να εμφανιστούν κατά το στάδιο του ζυγωτού. Οι χρωμοσωμικές ανωμαλίες εμφανίζονται συχνότερα κατά τη διάρκεια της γονιμοποίησης ή ως αποτέλεσμα προβλήματος με ένα ωάριο ή ένα σπερματοζωάριο. Όταν μια ανωμαλία εμφανίζεται σε αυτό το στάδιο, επηρεάζει κάθε κύτταρο του αναπτυσσόμενου ζυγωτού.  Οι χρωμοσωμικές ανωμαλίες μπορεί να είναι είτε αριθμητικές είτε δομικές. Στις αριθμητικές ανωμαλίες είτε λείπει ένα χρωμόσωμα, είτε υπάρχουν παραπάνω χρωμοσώματα από τα 46, που έχει φυσιολογικά ένα σωματικό κύτταρο του ανθρώπου. Ορισμένα παραδείγματα περιλαμβάνουν την τρισωμία 21 (που ονομάζεται επίσης σύνδρομο Down) και το σύνδρομο Turner. Οι δομικές ανωμαλίες αφορούν χρωμοσώματα των οποίων η δομή έχει αλλοιωθεί, δηλαδή μπορεί να λείπουν περιοχές από κάποιο χρωμόσωμα (έλλειψη) ή περιοχές να επαναλαμβάνονται (διπλασιασμός) ή να αναστρέφονται (αναστροφή) ή να έχουν μετατεθεί σε άλλο χρωμόσωμα (μετατόπιση και αμοιβαία μετατόπιση). Οι παράγοντες κινδύνου για χρωμοσωμικές ανωμαλίες περιλαμβάνουν την προχωρημένη ηλικία της μητέρας και περιβαλλοντικούς παράγοντες.

Έκτοπη εγκυμοσύνη

Μια έκτοπη εγκυμοσύνη συμβαίνει όταν ένα γονιμοποιημένο ωάριο συνεχίζει να αναπτύσσεται εκτός της μήτρας, συνήθως στη σάλπιγγα (γι’ αυτό και μερικές φορές αναφέρεται ως σαλπιγγική εγκυμοσύνη). Οι έκτοπες εγκυμοσύνες είναι απειλητικές για τη ζωή της γυναίκας, καθώς η σάλπιγγα μπορεί να σπάσει καθώς το γονιμοποιημένο ωάριο αναπτύσσεται.  Στους παράγοντες κινδύνου για έκτοπη κύηση περιλαμβάνονται:

Τα συμπτώματα πρέπει να αναφέρονται αμέσως στον πάροχο υγειονομικής περίθαλψης. Περιλαμβάνουν:

Η έκτοπη εγκυμοσύνη αντιμετωπίζεται είτε με φαρμακευτική αγωγή για να σταματήσει η ανάπτυξη των κυττάρων είτε με χειρουργική επέμβαση για τον τερματισμό της εγκυμοσύνης. Εάν η σάλπιγγα έχει υποστεί ρήξη, θα πραγματοποιηθεί επείγουσα χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση του εμβρύου και συχνά περιλαμβάνει την αφαίρεση μέρους ή ολόκληρης της σάλπιγγας.

Αποτυχημένη εμφύτευση

Δεν φτάνουν όλα τα ζυγωτά στο στάδιο της βλαστοκύστης. Στην πραγματικότητα, μόνο το ένα τρίτο περίπου των συλλήψεων φτάνει μέχρι τη γέννηση. Σχεδόν το ένα τρίτο αυτών των απωλειών συμβαίνει πριν από την εμφύτευση. Εκτός εάν μια εγκυμοσύνη περιλαμβάνει υποβοήθεια, ένα άτομο δεν θα γνωρίζει καν ότι έχει σχηματιστεί ένα ζυγωτό όταν το γονιμοποιημένο ωάριο αποτύχει να εμφυτευτεί. Θα συνεχίσει να έχει έναν φυσιολογικό εμμηνορροϊκό κύκλο. Για το λόγο αυτό, οι αποτυχημένες εμφυτεύσεις δεν αναγνωρίζονται κλινικά ως αποβολές. Οι λόγοι αποτυχημένης εμφύτευσης ή αποβολής οφείλονται συνήθως σε χρωμοσωμικές ανωμαλίες στο ζυγωτό. Άλλοι λόγοι περιλαμβάνουν:

  • Λοίμωξη
  • Έκθεση σε τοξίνες
  • Ανωμαλίες της μήτρας και του τραχήλου της μήτρας
  • Υποκείμενα προβλήματα υγείας

Ορισμένοι παράγοντες κινδύνου για αποτυχημένη εμφύτευση και αποβολή περιλαμβάνουν:

Υποβοηθούμενη αναπαραγωγή

Η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή για τη δημιουργία ενός ζυγωτού χρησιμοποιείται για πολλούς λόγους, μεταξύ άλλων για άτομα που δυσκολεύονται να μείνουν έγκυες, που δεν κάνουν κολπικό σεξ ή που επιθυμούν να κυοφορήσουν με παρένθετη μητέρα.

Ορισμένα παραδείγματα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής περιλαμβάνουν:

  • Φάρμακα που βοηθούν στη διέγερση του σπέρματος ή των ωαρίων, ώστε να βελτιωθούν οι πιθανότητες σχηματισμού ζυγωτού
  • Ενδομήτρια σπερματέγχυση (IUI), όπου το σπέρμα τοποθετείται απευθείας στη μήτρα για να συναντηθεί με ένα ωάριο και να σχηματίσει ένα ζυγωτό
  • Εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF), όπου η γονιμοποίηση πραγματοποιείται εκτός του σώματος και το ζυγωτό εξελίσσεται σε έμβρυο, το οποίο στη συνέχεια τοποθετείται μέσα στη μήτρα.

Η κρυοσυντήρηση εμβρύων περιλαμβάνει την κατάψυξη των εμβρύων μετά τη γονιμοποίησή τους και την ανάπτυξή τους σε εργαστήριο για μετέπειτα χρήση. Αυτό γίνεται συχνά κατά τη διάρκεια της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Η υπογονιμότητα αντιμετωπίζεται με φαρμακευτική αγωγή ή χειρουργική επέμβαση στο 85% έως 90% των περιπτώσεων. Μόνο το 3% των θεραπειών περιλαμβάνει εξωσωματική γονιμοποίηση. Τα ποσοστά επιτυχίας ποικίλλουν, ανάλογα με τον τύπο της θεραπείας και άλλους παράγοντες, και κυμαίνονται από 4% έως 50%.