Αφού διαγνωστεί κάποιος/α με καρκίνο, είναι λογικό να έχει πολλές απορίες σχετικά με τη θεραπεία του/της και τις πιθανές παρενέργειες της. Ένας από τους τομείς που απασχολεί συνήθως τους ασθενείς είναι η σεξουαλική τους υγεία και σύμφωνα με τους ειδικούς, οι ασθενείς είναι πολύ σημαντικό να συζητούν για την σεξουαλική τους υγεία με τον γιατρό τους, για να διασφαλιστεί η καλύτερη δυνατή ποιότητα ζωής τους.
Είναι πολύ φυσιολογικό, σύμφωνα με τους ειδικούς, οι ασθενείς να βιώνουν σεξουαλικές δυσλειτουργίες μετά τη θεραπεία τους. Συνήθως, αντιμετωπίζουν μειωμένη σεξουαλική επιθυμία, μια κατάσταση που επιστημονικά ονομάζεται «υποηπατική επιθυμία». Όπως εξηγεί η Δρ. Jacqueline Thielen, γιατρός στην κλινική Mayo Clinic, τόσο οι άνδρες, όσο και οι γυναίκες ασθενείς με καρκίνο, μπορεί να παρουσιάσουν δυσκολίες στην διέγερση και στην ικανότητα τους να φτάνουν σε οργασμό. Στις γυναίκες, μάλιστα, ο πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή είναι συνήθως το πρώτο σημάδι που δείχνει ότι υπάρχει πρόβλημα.
Δυσπαρεύνια είναι ο ιατρικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον πόνο που βιώνουν πολλές γυναίκες κατά τη σεξουαλική πράξη, μετά από τη θεραπεία του καρκίνου. Αυτή η κατάσταση οφείλεται στον επηρεασμό των γυναικείων ορμονών και ειδικότερα στην απώλεια οιστρογόνων, η οποία προκαλεί αλλαγές στο κολπικό βλεννογόνο. Συγκεκριμένα, τα κύτταρα δεν λιπαίνουν αποτελεσματικά τον κόλπο της γυναίκας και τα κολπικά τοιχώματα χάνουν την ελαστικότητα τους, με αποτέλεσμα οι γυναίκες να νιώθουν πόνο κατά τη σεξουαλική πράξη.
Η Δρ. Thielen, επαναλαμβάνει ότι η συζήτηση της σεξουαλικής λειτουργίας με τον γιατρό, πριν και μετά τη θεραπεία, είναι σημαντική, καθώς ο κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός και δεν αντιμετωπίζουν όλοι τις ίδιες δυσλειτουργίες. Έτσι, η συζήτηση θα οδηγήσει σε εξατομικευμένους τρόπους αντιμετώπισης.
Όπως υπογραμμίζει, πολλές σεξουαλικές δυσλειτουργίες δεν σχετίζονται με τη θεραπεία του καρκίνου, ενώ άλλες έχουν άμεση σχέση μαζί της, καθώς επηρεάζει διάφορα όργανα και λειτουργίες του σώματος. Είναι λοιπόν, ιδιαίτερα σημαντικό να αναγνωριστούν οι διαφορές πριν και μετά τη θεραπεία, ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπιστούν αναλόγως.
Επιπρόσθετα, η συζήτηση μπορεί να ξεκαθαρίσει το ποια δυσλειτουργία θεωρείται φυσιολογική και ποια όχι, ώστε να ζητηθεί η ανάλογη επαγγελματική βοήθεια. Για παράδειγμα, για τις σεξουαλικές δυσλειτουργίες που δεν είναι απόρροια των θεραπειών θα ζητηθεί βοήθεια είτε από κάποιον σεξουαλικό θεραπευτή, είτε από κάποιον φυσιοθεραπευτή που ειδικεύεται στη δυσλειτουργία του πυελικού εδάφους.
Η σωματική σύνθεση αποτελεί μια μετασχηματιστική προσέγγιση της φυσικής κατάστασης, που διαφέρει θεμελιωδώς από το…
Τώρα που μπαίνει η άνοιξη, πολλοί άνθρωποι θέλουν να καθαρίσουν σε βάθος το σπίτι τους.…
Το στόμα είναι γεμάτο με μικρόβια, τα περισσότερα από τα οποία είναι αβλαβή και προστατευτικά.…
Η ρομαντική αγάπη, ο έρωτας με απλά λόγια, κάνει τους ανθρώπους να νιώθουν ασφάλεια και…
Όταν πρόκειται για την ανάπτυξη και την εξέλιξη ενός βρέφους, κάθε γονέας ή φροντιστής προσπαθεί…
Ο ύπνος αποτελεί βασικό συστατικό της καθημερινής μας ζωής, επηρεάζοντας την υγεία, τη διάθεση και…