Ψυχική υγεία

Αναβολικά και ψυχική υγεία: Αυτές οι συνθετικές ορμόνες προκαλούν διπολική διαταραχή ή επιθετικότητα;

Στην επιδίωξη της σωματικής υπεροχής και της αθλητικής ικανότητας, η χρήση στεροειδών έχει γίνει μια διαδεδομένη αλλά και αμφιλεγόμενη πρακτική. Καθώς η δημοτικότητα αυτών των συνθετικών ορμονών συνεχίζει να αυξάνεται, το ίδιο συμβαίνει και με τον έλεγχο που περιβάλλει τις πιθανές επιπτώσεις τους στην ψυχική υγεία. Ένα ιδιαίτερα πιεστικό ερώτημα έχει προκύψει από αυτή τη συζήτηση: Μπορούν τα στεροειδή να προκαλέσουν διπολική διαταραχή;

Τι είναι τα στεροειδή;

Τα στεροειδή, μια κατηγορία συνθετικών ορμονών που έχουν σχεδιαστεί για να μιμούνται τις επιδράσεις των φυσικών ορμονών, παίζουν καθοριστικό ρόλο σε διάφορες ιατρικές θεραπείες. Παράγονται από τη χοληστερόλη, και παίζουν καθοριστικό ρόλο στη ρύθμιση του μεταβολισμού, της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος και της συνολικής ομοιόστασης στο σώμα. Ο πιο γνωστός τύπος στεροειδών είναι τα αναβολικά στεροειδή, τα οποία είναι συνθετικές εκδοχές της τεστοστερόνης, της κύριας ανδρικής ορμόνης του φύλου. Ενώ τα αναβολικά στεροειδή συνταγογραφούνται συχνά για τη θεραπεία καταστάσεων όπως η καθυστερημένη εφηβεία και η απώλεια μυών λόγω ορισμένων ασθενειών, έχουν επίσης γίνει συνώνυμο της βελτίωσης των επιδόσεων στον αθλητισμό και το bodybuilding.

Τα αναβολικά στεροειδή λειτουργούν με τη δέσμευση σε συγκεκριμένους υποδοχείς εντός των κυττάρων, επηρεάζοντας την έκφραση ορισμένων γονιδίων και προωθώντας τελικά τη σύνθεση πρωτεϊνών, ιδίως στους σκελετικούς μύες. Αυτή η αναβολική επίδραση είναι που συμβάλλει στην αυξημένη μυϊκή μάζα και δύναμη που παρατηρείται σε άτομα που χρησιμοποιούν στεροειδή. Επιπλέον, τα στεροειδή διαθέτουν αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, γεγονός που τα καθιστά πολύτιμα στη θεραπεία καταστάσεων όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα.

Παρά τις θεραπευτικές τους εφαρμογές, η κατάχρηση των στεροειδών για μη ιατρικούς σκοπούς έχει γίνει ένα διαδεδομένο ζήτημα. Οι αθλητές, οι bodybuilders και τα άτομα που επιδιώκουν να βελτιώσουν τη σωματική τους εμφάνιση μπορεί να καταφύγουν στην παράνομη χρήση στεροειδών για να αποκτήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ή να επιτύχουν μια πιο σμιλευμένη σωματική διάπλαση. Αυτή η κατάχρηση συχνά περιλαμβάνει δόσεις που υπερβαίνουν κατά πολύ αυτές που συνιστώνται για ιατρικούς σκοπούς, οδηγώντας σε μια σειρά ανεπιθύμητων ενεργειών.

Οι επιπτώσεις των στεροειδών στην ψυχική υγεία είναι μια πολύπλευρη πτυχή των συνολικών επιπτώσεών τους. Τα στεροειδή μπορούν εύκολα να διασχίσουν τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό, επηρεάζοντας το κεντρικό νευρικό σύστημα και επηρεάζοντας τη λειτουργία των νευροδιαβιβαστών. Ο πιο αξιοσημείωτος αντίκτυπος στην ψυχική ευημερία παρατηρείται συχνά σε περιπτώσεις κατάχρησης στεροειδών, όπου οι χρήστες μπορεί να εμφανίσουν διακυμάνσεις της διάθεσης, αυξημένη ευερεθιστότητα και επιθετική συμπεριφορά. Αυτές οι ψυχολογικές επιδράσεις αναφέρονται συλλογικά ως ” μανία με τα στεροειδή“(roid rage).

Επιπλέον, υπάρχει το ενδεχόμενο εξάρτησης από τα στεροειδή, καθώς τα άτομα μπορεί να βιώσουν μια ψυχολογική επιθυμία για τα σωματικά και ψυχολογικά οφέλη που σχετίζονται με τη χρήση τους. Η απότομη διακοπή της χρήσης στεροειδών μπορεί να οδηγήσει σε συμπτώματα στέρησης, συμπεριλαμβανομένης της κατάθλιψης, του άγχους και της ευερεθιστότητας, υπογραμμίζοντας περαιτέρω την περίπλοκη σχέση μεταξύ στεροειδών και ψυχικής υγείας.

Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι, ενώ τα στεροειδή έχουν μια σειρά από φυσιολογικές επιδράσεις, οι επιπτώσεις τους στην ψυχική υγεία θα πρέπει να εξετάζονται μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο.

Τι είναι η διπολική διαταραχή;

Η διπολική διαταραχή, παλαιότερα γνωστή ως μανιοκαταθλιπτική νόσος, είναι μια κατάσταση ψυχικής υγείας που χαρακτηρίζεται από ακραίες και κυμαινόμενες εναλλαγές της διάθεσης. Τα άτομα με διπολική διαταραχή βιώνουν επεισόδια μανίας, τα οποία χαρακτηρίζονται από αυξημένα επίπεδα ενέργειας, παρορμητικότητα και ευφορία, ακολουθούμενα από περιόδους κατάθλιψης, που χαρακτηρίζονται από αισθήματα απελπισίας και χαμηλής ενέργειας. Αυτές οι εναλλαγές της διάθεσης μπορεί να είναι σοβαρές και αποδιοργανωτικές, επηρεάζοντας διάφορες πτυχές της ζωής του ατόμου, συμπεριλαμβανομένων των σχέσεων, της εργασίας και της καθημερινής λειτουργικότητας.

Η ακριβής αιτία της διπολικής διαταραχής παραμένει ασύλληπτη, αλλά πιστεύεται ότι ένας συνδυασμός γενετικών, βιολογικών και περιβαλλοντικών παραγόντων συμβάλλει στην ανάπτυξή της. Το οικογενειακό ιστορικό της διαταραχής, οι ανισορροπίες στους νευροδιαβιβαστές (χημικοί αγγελιοφόροι στον εγκέφαλο) και τα στρεσογόνα γεγονότα της ζωής είναι μεταξύ των παραγόντων που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο διπολικής διαταραχής.

Οι δύο κύριες φάσεις της διπολικής διαταραχής είναι η μανιακή και η καταθλιπτική φάση. Κατά τη διάρκεια των μανιακών επεισοδίων, τα άτομα μπορεί να εμπλακούν σε επικίνδυνες συμπεριφορές, να βιώσουν μια διογκωμένη αίσθηση αυτοπεποίθησης και να δυσκολεύονται να κοιμηθούν. Από την άλλη πλευρά, τα καταθλιπτικά επεισόδια χαρακτηρίζονται από αισθήματα θλίψης, απώλεια ενδιαφέροντος για δραστηριότητες και αλλαγές στον ύπνο και την όρεξη.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η διπολική διαταραχή είναι μια χρόνια πάθηση που απαιτεί συνεχή διαχείριση και θεραπεία. Αν και δεν υπάρχει θεραπεία, τα φάρμακα, η ψυχοθεραπεία και οι προσαρμογές του τρόπου ζωής μπορούν να βοηθήσουν τα άτομα με διπολική διαταραχή να διαχειριστούν τα συμπτώματά τους και να ζήσουν μια ικανοποιητική ζωή.

Η κατανόηση των περιπλοκών της διπολικής διαταραχής είναι απαραίτητη κατά την εξέταση των πιθανών συνδέσεων με τη χρήση στεροειδών. Η πολύπλευρη φύση της διαταραχής, η οποία επηρεάζεται από γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες, καθιστά επιτακτική τη διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο εξωτερικοί παράγοντες, όπως η χρήση στεροειδών, μπορεί να αλληλεπιδρούν με τους υποκείμενους μηχανισμούς της διπολικής διαταραχής.

Πώς συνδέονται τα στεροειδή με την ψυχική υγεία;

Οι επιπτώσεις των στεροειδών στην ψυχική υγεία είναι ένα θέμα που έχει συγκεντρώσει σημαντική προσοχή, ιδίως στο πλαίσιο της κατάχρησής τους για μη ιατρικούς σκοπούς. Αν και τα στεροειδή έχουν σχεδιαστεί κυρίως για τη διαμόρφωση φυσιολογικών διεργασιών, η επίδρασή τους στον εγκέφαλο και τη συμπεριφορά είναι αναμφισβήτητη.

  • Εναλλαγές της διάθεσης και επιθετικότητα:

Μία από τις καλά τεκμηριωμένες ψυχολογικές επιδράσεις των στεροειδών είναι η πιθανότητα εναλλαγών της διάθεσης και αυξημένης επιθετικότητας, που ονομάζεται ,όπως αναφέραμε, “roid rage”. Το φαινόμενο αυτό αποδίδεται στην αλληλεπίδραση μεταξύ των στεροειδών και των συστημάτων νευροδιαβιβαστών στον εγκέφαλο. Τα στεροειδή μπορούν να επηρεάσουν την ισορροπία των νευροδιαβιβαστών, όπως η σεροτονίνη και η ντοπαμίνη, οι οποίοι διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στη ρύθμιση της διάθεσης και της συμπεριφοράς. Η μεταβολή των επιπέδων αυτών των νευροδιαβιβαστών μπορεί να συμβάλει σε αυξημένες συναισθηματικές αντιδράσεις και παρορμητική συμπεριφορά.

  • Ψυχιατρικά συμπτώματα κατά τη χρήση στεροειδών:

Τα άτομα που χρησιμοποιούν στεροειδή, ιδίως σε υπερβολικές ποσότητες, έχουν αναφέρει ότι εμφανίζουν συμπτώματα που μοιάζουν με μανία. Αυτό περιλαμβάνει αισθήματα αήττητου, αυξημένα επίπεδα ενέργειας και μειωμένη ανάγκη για ύπνο. Ενώ αυτά τα συμπτώματα μπορεί να μοιάζουν με τη μανιακή φάση της διπολικής διαταραχής, είναι ζωτικής σημασίας να διακρίνουμε μεταξύ των προσωρινών αλλαγών της διάθεσης που προκαλούνται από τη χρήση στεροειδών και της χρόνιας φύσης της διπολικής διαταραχής.

  • Καταθλιπτικά συμπτώματα κατά τη διάρκεια της στέρησης:

Η διακοπή της χρήσης στεροειδών μπορεί επίσης να επηρεάσει την ψυχική υγεία, με τους χρήστες να εμφανίζουν συχνά συμπτώματα κατάθλιψης κατά τη διάρκεια της στέρησης. Αυτό υποδηλώνει ότι οι ψυχολογικές επιδράσεις των στεροειδών δεν περιορίζονται στην ενεργό χρήση τους, αλλά μπορούν να επιμείνουν κατά τη φάση της αποκατάστασης. Η απότομη διακοπή των στεροειδών μπορεί να διαταράξει τη λεπτή ισορροπία των νευροδιαβιβαστών, οδηγώντας σε διαταραχές της διάθεσης.

  • Νευροβιολογικοί μηχανισμοί:

Τα στεροειδή μπορούν να επηρεάσουν άμεσα τη δομή και τη λειτουργία του εγκεφάλου. Η έρευνα δείχνει ότι τα στεροειδή μπορούν να επηρεάσουν την ανάπτυξη και την ανάπτυξη των νευρώνων, μεταβάλλοντας ενδεχομένως την δομή του εγκεφάλου. Αυτές οι νευροβιολογικές αλλαγές μπορεί να συμβάλλουν στις παρατηρούμενες επιδράσεις στη συμπεριφορά και τη διάθεση που σχετίζονται με τη χρήση στεροειδών.

  • Κίνδυνος διαταραχών κατάχρησης ουσιών:

Η πιθανότητα εξάρτησης από τα στεροειδή προσθέτει ένα ακόμη επίπεδο στις επιπτώσεις στην ψυχική υγεία. Τα άτομα μπορεί να αναπτύξουν ψυχολογική εξάρτηση από τα σωματικά και ψυχολογικά οφέλη που σχετίζονται με τη χρήση στεροειδών, οδηγώντας σε έναν κύκλο κατάχρησης. Οι διαταραχές κατάχρησης ουσιών, συμπεριλαμβανομένης της εξάρτησης από στεροειδή, μπορεί να επιδεινώσουν τα υπάρχοντα προβλήματα ψυχικής υγείας και να αυξήσουν την ευαισθησία σε διαταραχές της διάθεσης.

Ενώ αυτές οι παρατηρήσεις αναδεικνύουν την επίδραση των στεροειδών στην ψυχική υγεία, είναι ζωτικής σημασίας να προσεγγίσουμε το θέμα με αποχρώσεις. Δεν θα βιώσουν όλοι όσοι χρησιμοποιούν στεροειδή σοβαρές ψυχολογικές επιπτώσεις και ο βαθμός των επιπτώσεων μπορεί να ποικίλλει με βάση ατομικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της γενετικής προδιάθεσης και των προϋπαρχουσών καταστάσεων ψυχικής υγείας.

Η επιστημονική διερεύνηση της πιθανής σχέσης μεταξύ της χρήσης στεροειδών και της διπολικής διαταραχής είναι ένας εξελισσόμενος τομέας, που χαρακτηρίζεται από προκαταρκτικά ευρήματα και συνεχιζόμενες έρευνες. Ενώ υπάρχει ένα αυξανόμενο σώμα ερευνών, είναι σημαντικό να προσεγγίσουμε τις υπάρχουσες μελέτες με κριτική ματιά, αναγνωρίζοντας την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης βιολογίας και συμπεριφοράς.

Αρκετές μελέτες έχουν υποδείξει μια συσχέτιση μεταξύ της μακροχρόνιας χρήσης στεροειδών και του αυξημένου κινδύνου διαταραχών της διάθεσης, συμπεριλαμβανομένης της διπολικής διαταραχής. Ωστόσο, τα στοιχεία δεν είναι ακόμη αρκετά ισχυρά ώστε να διαπιστωθεί μια οριστική αιτιώδης σχέση. Μια πρόκληση σε αυτή την έρευνα είναι η δυσκολία διεξαγωγής ελεγχόμενων πειραμάτων λόγω δεοντολογικών προβληματισμών και της μη πρακτικής έκθεσης ατόμων σε μακροχρόνια χρήση στεροειδών αποκλειστικά για ερευνητικούς σκοπούς.

Τα ερευνητικά ευρήματα συχνά ποικίλλουν και παράγοντες όπως η δοσολογία και η διάρκεια της χρήσης στεροειδών, η ατομική ευαισθησία και η παρουσία άλλων παραγόντων κινδύνου παίζουν καθοριστικό ρόλο. Ορισμένες μελέτες δείχνουν ότι οι χρήστες στεροειδών μπορεί να διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης διαταραχών της διάθεσης, ενώ άλλες δείχνουν μια πιο διαφοροποιημένη σχέση, τονίζοντας τη σημασία της ατομικής μεταβλητότητας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα άτομα με διπολική διαταραχή μπορεί να οδηγηθούν στη χρήση στεροειδών ανεξάρτητα, αναζητώντας τις σωματικές και ψυχολογικές επιδράσεις που ευθυγραμμίζονται με τις υποκείμενες διαταραχές της διάθεσής τους. Η διαλεύκανση του κατά πόσον τα στεροειδή συμβάλλουν στην ανάπτυξη διπολικής διαταραχής ή εάν τα άτομα με διπολική τάση είναι πιο επιρρεπή στη χρήση στεροειδών αποτελεί μια σύνθετη πρόκληση για τους ερευνητές.

Καθώς η επιστημονική κατανόηση εξελίσσεται, οι μελλοντικές ερευνητικές προσπάθειες στοχεύουν στην αντιμετώπιση αυτών των περιπλοκών. Οι διαχρονικές μελέτες, οι οποίες παρακολουθούν τα άτομα για μεγάλα χρονικά διαστήματα, μπορούν να προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τις σωρευτικές επιπτώσεις της χρήσης στεροειδών στην ψυχική υγεία. Επιπλέον, η διερεύνηση των νευροβιολογικών μηχανισμών μέσω των οποίων τα στεροειδή αλληλεπιδρούν με τον εγκέφαλο μπορεί να ενισχύσει την κατανόηση των πιθανών οδών που συνδέουν τη χρήση στεροειδών με τη διπολική διαταραχή.

Συμπερασματικά, ενώ υπάρχει ένας αυξανόμενος όγκος ερευνών που υποδηλώνει μια πιθανή συσχέτιση μεταξύ της χρήσης στεροειδών και της διπολικής διαταραχής, η τρέχουσα κατάσταση των στοιχείων είναι ασαφής. Οι συνεχιζόμενες μελέτες και οι εξελίξεις στις ερευνητικές μεθοδολογίες υπόσχονται μια σαφέστερη κατανόηση αυτής της σχέσης.

Ποια είναι η σημασία της ατομικής ευαισθησίας στην ανάπτυξη διπολικής διαταραχής;

Η ατομική ευπάθεια διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στον καθορισμό του τρόπου με τον οποίο τα στεροειδή μπορεί να επηρεάσουν την ψυχική υγεία και, συγκεκριμένα, στο κατά πόσον συμβάλλουν στην ανάπτυξη διπολικής διαταραχής. Η περίπλοκη αλληλεπίδραση μεταξύ γενετικής προδιάθεσης, περιβαλλοντικών παραγόντων και προσωπικών χαρακτηριστικών δημιουργεί ένα ποικίλο τοπίο αντιδράσεων στη χρήση στεροειδών.

  • Γενετική προδιάθεση:

Η έρευνα υποδηλώνει μια κληρονομική συνιστώσα στην ευαισθησία τόσο στη διπολική διαταραχή όσο και στις ψυχολογικές επιπτώσεις της χρήσης στεροειδών. Τα άτομα με οικογενειακό ιστορικό διαταραχών της διάθεσης μπορεί να έχουν αυξημένη ευπάθεια. Γενετικές παραλλαγές που επηρεάζουν τη λειτουργία των νευροδιαβιβαστών και την απόκριση του εγκεφάλου στα στεροειδή θα μπορούσαν να συμβάλουν σε αυξημένο κίνδυνο για διαταραχές της διάθεσης.

  • Προϋπάρχουσες καταστάσεις ψυχικής υγείας:

Τα άτομα με προϋπάρχουσες καταστάσεις ψυχικής υγείας, όπως κατάθλιψη ή άγχος, μπορεί να είναι πιο ευάλωτα στις ψυχολογικές επιπτώσεις των στεροειδών. Η χρήση στεροειδών μπορεί δυνητικά να επιδεινώσει τις υποκείμενες διαταραχές της διάθεσης, καθιστώντας απαραίτητο για τα άτομα με ιστορικό προβλημάτων ψυχικής υγείας να είναι προσεκτικά και να αναζητούν επαγγελματική καθοδήγηση πριν εξετάσουν το ενδεχόμενο χρήσης στεροειδών.

  • Διάρκεια και δοσολογία της χρήσης στεροειδών:

Η έκταση της έκθεσης ενός ατόμου σε στεροειδή, τόσο από άποψη διάρκειας όσο και δοσολογίας, αποτελεί κρίσιμο παράγοντα. Η μακροχρόνια και σε υψηλές δόσεις χρήση στεροειδών μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα εμφάνισης προβλημάτων ψυχικής υγείας. Ο σωρευτικός αντίκτυπος των στεροειδών στα συστήματα νευροδιαβιβαστών και στη δομή του εγκεφάλου θα μπορούσε να είναι πιο έντονος με παρατεταμένη και έντονη έκθεση.

  • Ψυχοκοινωνικοί παράγοντες:

Οι περιβαλλοντικοί και ψυχοκοινωνικοί παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των επιπέδων άγχους, της κοινωνικής υποστήριξης και των μηχανισμών αντιμετώπισης, συμβάλλουν επίσης στην ατομική ευπάθεια. Τα στρεσογόνα γεγονότα της ζωής μπορεί να αλληλεπιδρούν με τις ψυχολογικές επιδράσεις των στεροειδών, επηρεάζοντας ενδεχομένως την εκδήλωση διαταραχών της διάθεσης. Τα επαρκή συστήματα υποστήριξης και οι αποτελεσματικές στρατηγικές αντιμετώπισης μπορεί να μετριάσουν ορισμένους από τους κινδύνους που σχετίζονται με τη χρήση στεροειδών.

Η κατανόηση αυτών των ατομικών παραγόντων είναι επιβεβλημένη κατά την αξιολόγηση των πιθανών συνεπειών της χρήσης στεροειδών στην ψυχική υγεία. Δεν θα αναπτύξουν όλοι όσοι εκτίθενται σε στεροειδή διπολική διαταραχή και η διαφοροποιημένη φύση της ατομικής ευπάθειας υπογραμμίζει την ανάγκη για εξατομικευμένες προσεγγίσεις σε θέματα ψυχικής υγείας σε όσους σκέφτονται ή χρησιμοποιούν επί του παρόντος στεροειδή.

Συμπερασματικά, το ερώτημα αν τα στεροειδή μπορούν να προκαλέσουν διπολική διαταραχή είναι πολύπλοκο και απαιτεί περαιτέρω διερεύνηση. Ενώ υπάρχουν στοιχεία που υποδηλώνουν μια πιθανή σύνδεση, είναι σημαντικό να προσεγγίσουμε το θέμα αυτό με αποχρώσεις. Η χρήση στεροειδών μπορεί να έχει διάφορες επιπτώσεις στην ψυχική υγεία και οι ατομικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο στον καθορισμό του αποτελέσματος. Καθώς η έρευνα εξελίσσεται, μπορεί να προκύψει μια καλύτερη κατανόηση της σχέσης μεταξύ στεροειδών και διπολικής διαταραχής, παρέχοντας πολύτιμες πληροφορίες τόσο για τους επαγγελματίες υγείας όσο και για τα άτομα που εξετάζουν το ενδεχόμενο χρήσης στεροειδών.


+ 6 πηγές

©2022 WikiHealth All Rights Reserved