Διατροφή

Δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε FODMAP: Είναι κατάλληλη για όλους;

Το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (IBS) είναι μια κοινή εντερική διαταραχή που προκαλεί ενοχλητικά συμπτώματα, όπως κοιλιακό πόνο, φούσκωμα και αλλαγές στις κινήσεις του εντέρου που χαρακτηρίζονται από διάρροια και δυσκοιλιότητα.

Παρόλο που η αλλαγή στη διατροφή, δεν θα θεραπεύσει το σύνδρομο, βάσει τεκμηρίων μπορεί να μειώσει τα συμπτώματα. Μια δίαιτα που ονομάζεται «δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε FODMAP» είναι η πιο συχνά προτεινόμενη σε άτομα με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου. Σύμφωνα με μελέτες, αυτή η δίαιτα μειώνει τα συμπτώματα στους περισσότερους ασθενείς. Ωστόσο, είναι καλό πριν αρχίσετε τη δίαιτα να συμβουλευτείτε τον γιατρό σας.

Ποια είναι τα βασικά στοιχεία της δίαιτας χαμηλής περιεκτικότητας σε FODMAP;

Η δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε FODMAP αφορά τέσσερις τύπους ζυμώσιμων υδατανθράκων: ολιγοσακχαρίτες, δισακχαρίτες, μονοσακχαρίτες και πολυόλες (όλα μαζί ονομάζονται FODMAPs).

Παρόλο που τα ονόματα των FODMAPs είναι σχεδόν άγνωστα για πολλούς, τα τρόφιμα που τα περιέχουν είναι πολύ οικεία σε όλους μας. Συγκεκριμένα:

  • Οι ολιγοσακχαρίτες βρίσκονται σε τρόφιμα όπως το σιτάρι, τα φασόλια, το σκόρδο και τα κρεμμύδια.
  • Οι δισακχαρίτες βρίσκονται σε γαλακτοκομικά προϊόντα όπως το παγωτό και το γάλα.
  • Οι μονοσακχαρίτες υπάρχουν σε τρόφιμα με περίσσεια φρουκτόζης και βρίσκονται σε είδη όπως μήλα, μάνγκο και μέλι.
  • Οι πολυόλες βρίσκονται σε ορισμένα τεχνητά γλυκαντικά προϊόντα όπως τσίχλες, ενώ υπάρχουν και φυσικά σε τρόφιμα όπως τα αβοκάντο και τα μανιτάρια.

Οι υδατάνθρακες FODMAP μπορούν να προκαλέσουν πεπτική δυσφορία σε οποιοδήποτε υγιή άνθρωπο όταν καταναλώνονται σε μεγάλες ποσότητες, αλλά για τα άτομα με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα, καθώς ακόμη και πολύ μικρές ποσότητες επιδεινώνουν τα συμπτώματά τους.

Σε ποιες φάσεις πραγματοποιείται η δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε FODMAP;

Η δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε FODMAP προορίζεται να πραγματοποιηθεί σε τρεις φάσεις ως ακολούθως:

  • Στην πρώτη φάση, όλα τα τρόφιμα που είναι υψηλά σε περιεκτικότητα FODMAP απομακρύνονται από τη διατροφή για μεγάλο χρονικό διάστημα, περίπου για τέσσερις έως έξι εβδομάδες.
  • Στη δεύτερη φάση, αρχίζει η επαναφορά των περιορισμένων τροφίμων, με τα άτομα να πρέπει να σημειώνουν αν τους προκαλούν συμπτώματα και σε ποιες ποσότητες.
  • Η τρίτη φάση είναι η φάση εξατομίκευσης, στην οποία αποφεύγονται τα τρόφιμα που προκαλούν συμπτώματα, σε συγκεκριμένες ποσότητες.

Αυτή η διαδικασία είναι περίπλοκη, όσο εύκολη και αν ακούγεται και χρειάζεται πραγματικά ουσιαστικές γνώσεις για τα τρόφιμα, οπότε η καθοδήγηση από ένα διαιτολόγο είναι πολύ χρήσιμη.

Ποιοι κίνδυνοι προκύπτουν από την μη επαναφορά κάποιων τροφίμων;

Η απομάκρυνση τροφών που περιέχουν υψηλές ποσότητες FODMAP θεωρείται δύσκολη, ωστόσο η επαναφορά τους για τη δοκιμή ανοχής (πώς αντιδρά ο οργανισμός) είναι ακόμη πιο δύσκολη, γιατί αναμένεται να αρχίσουν ξανά τα συμπτώματα του συνδρόμου του ευερέθιστου εντέρου. Έτσι μερικοί άνθρωποι, όταν ανακουφιστούν από τα συμπτώματά τους, αποφεύγουν να ξαναεισάγουν στη διατροφή τους αυτά τα τρόφιμα. Αυτό εγκυμονεί κινδύνους για τον οργανισμό. Για παράδειγμα, κάποιος που απομάκρυνε από την διατροφή του τα γαλακτοκομικά προϊόντα, ένιωσε ανακούφιση και δεν τα ξαναπρόσθεσε, μπορεί κάποια στιγμή να διαπιστώσει ότι έχει έλλειψη ασβεστίου.

Άλλα λιγότερο γνωστά θρεπτικά συστατικά, όπως το μαγνήσιο, προκαλούν επίσης ανησυχία. Οι καλύτερες διατροφικές πηγές μαγνησίου είναι τα φασόλια και οι ξηροί καρποί όπως αμύγδαλα και κάσιους, τα οποία συνήθως περιορίζονται κατά την αρχική φάση της δίαιτας. Εάν δεν ξαναεισαχθούν στη διατροφή υπάρχει μεγάλος κίνδυνος έλλειψης μαγνησίου. Σημειώνεται, ότι τα άτομα με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου διατρέχουν ήδη αυξημένο κίνδυνο ανεπάρκειας μαγνησίου λόγω πεπτικών συμπτωμάτων όπως η διάρροια.

Τέλος, υπάρχει μεγάλη ανησυχία για τον μακροπρόθεσμο περιορισμό των τροφίμων που περιέχουν υψηλές ποσότητες FODMAP, καθώς ένα τέτοιο ενδεχόμενο μπορεί να αλλάξει το βακτηριακό αποικισμό του εντέρου, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την εντερική υγεία και ενδεχομένως να επιδεινώσει τα πεπτικά προβλήματα με την πάροδο του χρόνου. Οι ολιγοσακχαρίτες, ειδικότερα, είναι μια σημαντική πηγή ενέργειας για τα ευεργετικά βακτήρια του εντέρου. Αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό για άτομα με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, τα οποία σύμφωνα με στοιχεία έχουν χαμηλότερα επίπεδα προστατευτικών εντερικών βακτηρίων και υψηλότερα επίπεδα επιβλαβών φλεγμονωδών μικροβίων.

Η δίαιτας χαμηλής περιεκτικότητας σε FODMAP είναι κατάλληλη για όλους;

Η δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε FODMAP δεν προορίζεται για άτομα που δεν έχουν σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, ούτε είναι κατάλληλη για όλους όσους έχουν την πάθηση.

Πρέπει να αποφεύγεται από οποιονδήποτε πάσχει από διατροφική διαταραχή, από άτομα με ήδη περιορισμένες δίαιτες, όπως βίγκαν ή άτομα με τροφικές αλλεργίες, διότι μπορεί να μην καλύπτουν τις διατροφικές τους ανάγκες με αυτή τη διατροφή. Επίσης, πρέπει να  την αποφεύγουν όσοι είναι υποσιτισμένοι ή λιποβαρείς.

Εναλλακτικά, εάν αυτή η δίαιτα δεν είναι κατάλληλη για εσάς, εκείνο που μπορείτε να κάνετε για να δείτε βελτίωση είναι να μειώσετε απλώς τις τροφές υψηλής περιεκτικότητας σε FODMAP, χωρίς να τις εξαλείψετε εντελώς. Μιλήστε με ένα διατροφολόγο για να σας βοηθήσει με τα τρόφιμα.


+ 5 πηγές

©2022 WikiHealth All Rights Reserved