Τα μωρά που θηλάζουν έχουν χαμηλότερη αρτηριακή πίεση –πιο φυσιολογική- σε ηλικία τριών ετών και κατά συνέπεια πιο υγιή καρδιαγγειακή λειτουργία, σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα στο Journal of the American Heart Association (JAHA), η οποία ανέλυσε δεδομένα από περισσότερα από 2.000 παιδιά, σε μια προσπάθεια να προσδιορίσει την σχέση ανάμεσα στον θηλασμό και την αρτηριακή πίεση.
Από τα 2.382 παιδιά που μελετήθηκαν, τα 49 δεν θήλασαν ποτέ, ενώ τα 98 θήλασαν μόνο κατά τη διάρκεια της νοσηλείας τους τις πρώτες μέρες της ζωής τους.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι στην ηλικία των 3 ετών, η αρτηριακή πίεση των παιδιών που δεν θήλασαν ποτέ ήταν υψηλότερη, ενώ τα παιδιά που θήλασαν μόνο τις πρώτες μέρες της ζωής τους είχαν χαμηλότερη αρτηριακή πίεση.
«Αν και η κλινική συνάφεια αυτού του συσχετισμού (θηλασμού και χαμηλότερης αρτηριακής πίεσης) δεν έχει ακόμη καθοριστεί, αυτές οι πρώιμες διαφορές στην αρτηριακή πίεση, θα μπορούσαν να μεταφραστούν σε σημαντική μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου στην μετέπειτα ζωή αυτών των παιδιών», σημείωσαν οι ερευνητές στο τέλος της μελέτης τους.
Η Δρ. Susan Crowe, καθηγήτρια μαιευτικής και γυναικολογίας στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ στην Καλιφόρνια, δήλωσε ότι δεν της προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τα μωρά που θηλάζουν, ακόμη και για λίγες μόνο μέρες, έχουν μειωμένη αρτηριακή πίεση αργότερα στη ζωή τους.
Όπως εξήγησε, το πρώτο γάλα είναι πλούσιο σε δραστικές ορμόνες που έχουν μακροπρόθεσμα υγιή αποτελέσματα και αυτή η μελέτη δείχνει ότι το «πρωτόγαλα» έχει σημαντικά θετικό αντίκτυπο ακόμη και αν καταναλωθεί μόνο για λίγες μέρες από το νεογέννητο». Την ίδια στιγμή, τόνισε ότι το πρωτόγαλα συμπυκνώνει βιοδραστικές ενώσεις, όπως βλαστικά κύτταρα, αυξητικούς παράγοντες και πολυακόρεστα λιπαρά οξέα μακράς αλυσίδας, που επηρεάζουν το μικροβίωμα και το αγγειακό ενδοθήλιο, ανοίγοντας τον δρόμο για πιο υγιή καρδιαγγειακά αποτελέσματα.
Σύμφωνα με την Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), ο θηλασμός παρέχει πολλά οφέλη, τόσο στο βρέφος, όσο και στην μητέρα. Συγκεκριμένα, τα βρέφη που θηλάζουν έχουν μειωμένο κίνδυνο παχυσαρκίας, άσθματος, συνδρόμου ξαφνικού βρεφικού θανάτου, διαβήτη τύπου 1, σοβαρών ασθενειών του κατώτερου αναπνευστικού, γαστρεντερικών λοιμώξεων, λοιμώξεων του αυτιού και νεκρωτικής εντεροκολίτιδας. Από την άλλη, οι μητέρες που θηλάζουν διατρέχουν μικρότερο κίνδυνο καρκίνου του μαστού και των ωοθηκών, διαβήτη τύπου 2 και υψηλής αρτηριακής πίεσης.
Σημειώνεται ότι το CDC, συνιστά τον θηλασμό για τουλάχιστον 6 μήνες από τη γέννηση του μωρού.
Σε μια εποχή όπου η τεχνολογία μεταμορφώνει ραγδαία κάθε πτυχή της ζωής μας, ο τομέας…
Οι αλλεργίες μπορεί να είναι ένα προβληματικό και ανησυχητικό ζήτημα για πολλούς γονείς, ειδικά όταν…
Η πρωτεΐνη παίζει πολλούς σημαντικούς ρόλους στην ανθρώπινη υγεία και ως εκ τούτου, η κατανάλωση…
Τα τελευταία χρόνια, η συζήτηση γύρω από το σωματικό βάρος έχει γίνει τόσο για την…
Η διάσειση είναι ένας τύπος τραυματικής εγκεφαλικής βλάβης που δεν πρέπει να λαμβάνεται αψήφιστα, ιδίως…
Το σαπούνι από κατσικίσιο γάλα συγκέντρωσε πρόσφατα την προσοχή ως φυσικό θαύμα για την περιποίηση…