Η ηπατίτιδα είναι μια φλεγμονώδης πάθηση του ήπατος που προκαλείται κυρίως από ιογενείς λοιμώξεις. Συχνά όμως η ηπατίτιδα εμφανίζεται και ως αποτέλεσμα της υπέρμετρης χρήσης τοξινών, ναρκωτικών ουσιών, αλκοόλ ή προκαλείται από αυτοάνοσες παθήσεις. Υπάρχουν πέντε είδη ηπατίτιδας, η A, B, C, D και Ε, με τις B και C να απαντώνται με την μεγαλύτερη συχνότητα, καθώς υπολογίζεται ότι μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες τουλάχιστον 4,4 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν διαγνωστεί με ηπατίτιδα. Στο άρθρο αυτό θα προσπαθήσουμε να δώσουμε απαντήσεις σε μερικά θεμελιώδη ερωτήματα σχετικά με την ηπατίτιδα και τις μορφές της.
Οι πέντε διαφορετικοί τύποι ηπατίτιδας δεν έχουν την ίδια βαρύτητα, καθώς μερικοί τύποι εξαφανίζονται από μόνοι τους, ενώ άλλοι προκαλούν μόνιμη βλάβη στο ήπαρ ή και καρκίνο του ήπατος. Πιο συγκεκριμένα, η ηπατίτιδα Α κάνει τους ασθενείς να νοσούν βαριά για μια σύντομη χρονική περίοδο, αλλά δεν προκαλεί μακροπρόθεσμες επιπλοκές. Αντίθετα, η ηπατίτιδα Β μπορεί να αποβεί εξαιρετικά επικίνδυνη αν η αρχική ιογενής λοίμωξη γίνει χρόνια, αλλά η περίπτωση αυτή αφορά περίπου το 2-6% του ενήλικου πληθυσμού. Όσον αφορά την ηπατίτιδα C, η πλειοψηφία των κρουσμάτων δεν εμφανίζει συμπτώματα στα αρχικά στάδια της μόλυνσης, αλλά περίπου το 60-80% των περιπτώσεων αναπτύσσει χρόνια ηπατική λοίμωξη, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε κίρρωση ή καρκίνο του ήπατος και σε θάνατο, αν δεν θεραπευτεί έγκαιρα.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, τουλάχιστον 325 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν με ηπατίτιδα B, C ή και τις δύο μορφές, οι οποίες και αποτελούν πρωταρχικά αίτια της κίρρωσης και του καρκίνου του ήπατος, και φυσικά των θανάτων που συνδέονται με τις παθήσεις αυτές. Μάλιστα, ο θάνατος από ηπατίτιδα C μέχρι την έξαρση του SARS-CoV-2 αποτελούσε την πιο συχνή αιτία θανάτου από ιογενή λοίμωξη από το 2013 και μετά.
Η ηπατίτιδα C δεν μεταδίδεται από άτομο σε άτομο μέσω του μητρικού γάλακτος, ωστόσο αν στη θηλή υπάρχει πληγή που αιμορραγεί, το άτομο που θηλάζει πρέπει να σταματήσει προσωρινά το θηλασμό μέχρι την επούλωση της πληγής.
Η ηπατίτιδα C μεταδίδεται όταν ένα άτομο έρθει σε επαφή με το μολυσμένο αίμα ενός άλλου ατόμου, δηλαδή με τρόπους όπως η μετάγγιση αίματος μολυσμένου με τον ιό, η κοινή χρήση βελόνας, σύριγγας κτλ. με άτομο μολυσμένο από τον ιό, η γέννα και σπανιότερα η σεξουαλική επαφή. Ωστόσο, η ηπατίτιδα δεν μεταδίδεται με το φιλί, το κράτημα του χεριού, τη χρήση κοινών σκευών φαγητού, τα κουνούπια, το φτέρνισμα ή τον βήχα.
Εφόσον η ηπατίτιδα C μεταδίδεται μέσω του αίματος, οι σεξουαλικές δραστηριότητες που αυξάνουν τον κίνδυνο μετάδοσής της είναι το πρωκτικό σεξ και το σεξ κατά τη διάρκεια της εμμηνόρροιας. Τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων συνιστούν τη συχνή χρήση προφυλακτικού σε όποιον φορέα του ιού της ηπατίτιδας C αλλάζει συχνά σεξουαλικούς συντρόφους. Ωστόσο, σε μονογαμικές σχέσεις, η μετάδοση της ηπατίτιδας C από το ένα άτομο στο άλλο έχει μικρότερες πιθανότητες.
Παρόλο που ο ίκτερος είναι μια από τις πιο κοινές επιπτώσεις της ηπατίτιδας, τα άτομα με ηπατίτιδα δεν προκαλούν άμεσα ηπατικές βλάβες. Μάλιστα, περίπου τα μισά άτομα που ζουν με ηπατίττιδα C δεν εμφανίζουν σοβαρές επιπλοκές τις πρώτες δεκαετίες, δηλαδή μέχρις ότου ο ιός προκαλέσει επαρκή βλάβη στο ήπαρ τους ώστε να εμφανιστούν οι πρώτες ενδείξεις, μεταξύ των οποίων και ο ίκτερος.
Υπάρχει η πεποίθηση ότι η ηπατίτιδα C είναι γενετική, δηλαδή μπορεί να μεταδοθεί από γενιά σε γενιά. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν ισχύει, αφού η ηπατίτιδα προκαλείται από έναν ιό, ο οποίος δεν κληροδοτείται από τους γονείς στα παιδιά τους. Ωστόσο, υπάρχει πάντα η πιθανότητα της μετάδοσής του από την μητέρα στο νεογέννητο βρέφος κατά τη γέννα, αν και η πιθανότητα αφορά περίπου στο 2-8% των περιπτώσεων.
Προς το παρόν, υπάρχουν διαθέσιμα εμβόλια κατά της ηπατίτιδας Α και Β, των οποίων η χορήγηση γίνεται σε δόσεις. Δεν υπάρχει ακόμα, όμως, διαθέσιμο εμβόλιο κατά της ηπατίτιδας C.
Το 2014, ερευνητές στο Πανεπιστήμιο του Yale εντόπισαν ότι ο ιός της ηπατίτιδας C μπορεί να επιβιώσει μέχρι και 6 εβδομάδες πάνω σε μια επιφάνεια και να έχει αρκετό ιικό φορτίο ώστε να μεταδοθεί σε άνθρωπο. Το εύρημα αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την άποψη που επικρατούσε μέχρι τότε, αφού θεωρούταν ότι ο ιός επιβιώνει μόνο 4 μέρες έξω από τον οργανισμό.
Από τη στιγμή που ένα άτομο θεραπευτεί από την ηπατίτιδα C, μπορεί να μολυνθεί ξανά, καθώς τα αντισώματα που δημιουργεί ο οργανισμός δεν προστατεύουν όπως θα προστάτευε ενδεχομένως ένα εμβόλιο. Για το λόγο αυτό, συνεπώς, είναι σημαντικό να λαμβάνονται επαρκή μέτρα πρόληψης από την επαναμόλυνση με τον ιό.
Οι θεραπείες για την ηπατίτιδα C που εφαρμόζονται παροντικά περιλαμβάνουν 8-12 εβδομάδες χορήγησης χαπιών από το στόμα, με τα ποσοστά πλήρους ίασης να αγγίζουν το 90%.
Οι αλλεργίες μπορεί να είναι ένα προβληματικό και ανησυχητικό ζήτημα για πολλούς γονείς, ειδικά όταν…
Η πρωτεΐνη παίζει πολλούς σημαντικούς ρόλους στην ανθρώπινη υγεία και ως εκ τούτου, η κατανάλωση…
Τα τελευταία χρόνια, η συζήτηση γύρω από το σωματικό βάρος έχει γίνει τόσο για την…
Η διάσειση είναι ένας τύπος τραυματικής εγκεφαλικής βλάβης που δεν πρέπει να λαμβάνεται αψήφιστα, ιδίως…
Το σαπούνι από κατσικίσιο γάλα συγκέντρωσε πρόσφατα την προσοχή ως φυσικό θαύμα για την περιποίηση…
Ο καρκίνος του προστάτη είναι ένας από τους πιο κοινούς τύπους καρκίνου μεταξύ των ανδρών.…