Διαγνωστικές εξετάσεις

Εξέταση επιπέδων καρβαμαζεπίνης αίματος (Tegretol)

Τι είναι η εξέταση επιπέδων καρβαμαζεπίνης;

Πρόκειται για μία εξέταση που μετρά τη συγκέντρωση της καρβαμαζεπίνης στο αίμα. Η καρβαμαζεπίνη είναι ένα φάρμακο που χρησιμοποιείται κυρίως για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων επιληπτικών διαταραχών, όμως συνταγογραφείται και για τη σταθεροποίηση της διάθεσης σε ασθενείς με διπολική διαταραχή, καθώς και για την ανακούφιση ορισμένων τύπων νευρικού πόνου (για παράδειγμα, νευραλγία τριδύμου). Μπορεί να συνταγογραφηθεί μόνη της ή σε συνδυασμό με άλλα αντιεπιληπτικά φάρμακα.

Τα επίπεδα καρβαμαζεπίνης ελέγχονται, επειδή η συγκέντρωση του φαρμάκου πρέπει να διατηρείται εντός ενός στενού εύρους. Εάν η συγκέντρωση είναι χαμηλή, ο ασθενής θα παρουσιάσει επανεμφάνιση συμπτωμάτων (για παράδειγμα, επιληπτικές κρίσεις, μανία ή άλγος) ή, αν είναι υψηλή, θα εμφανίσει τοξικές παρενέργειες. Είναι δύσκολο να επιτευχθεί η βέλτιστη ισορροπία για τους παρακάτω λόγους:

  • Η από του στόματος χορηγούμενη καρβαμαζεπίνη απορροφάται στο στόμαχο και το λεπτό έντερο με ποικίλο ρυθμό.
  • Εφόσον η καρβαμαζεπίνη μεταβολίζεται από το ήπαρ, οτιδήποτε επηρεάζει τη λειτουργία του ήπατος μπορεί να επηρεάσει τα επίπεδα του φαρμάκου στο αίμα.
  • Μεγάλο μέρος της φαρμακευτικής ουσίας είναι δεσμευμένο σε πρωτεΐνες του πλάσματος, όμως η ελεύθερη καρβαμαζεπίνη είναι αυτή που έχει τις θεραπευτικές επιπτώσεις. Παθήσεις που επηρεάζουν το ποσοστό της δεσμευμένης καρβαμαζεπίνης μπορούν να επηρεάσουν την αποτελεσματικότητα του φαρμάκου.
  • Το προϊόν του μεταβολισμού της καρβαμαζεπίνης, το 10,11-εποξείδιο της καρβαμαζεπίνης, είναι επίσης ένα ενεργό συστατικό και συνεισφέρει στην γενικότερη αποτελεσματικότητα του φαρμάκου.
  • Αρκετά φάρμακα, εάν λαμβάνονται σε συνδυασμό με την καρβαμαζεπίνη, μπορούν να επηρεάσουν τις επιπτώσεις της ή το μεταβολισμό της.

Η δοσολογία της καρβαμαζεπίνης θα πρέπει να προσαρμόζεται πολύ προσεκτικά έως ότου επιτευχθεί η επιθυμητή συγκέντρωση στο αίμα. Η κατάλληλη δοσολογία διαφέρει από άτομο σε άτομο και αλλάζει με την πάροδο του χρόνου.

Χρησιμότητα εξέτασης

Για ποιο λόγο χρησιμοποιείται η εξέταση επιπέδων καρβαμαζεπίνης;

Η εξέταση επιπέδων καρβαμαζεπίνης απαιτείται για να ελεγχθεί η συγκέντρωση της δραστικής αυτής ουσίας στο αίμα και να καθοριστεί εάν βρίσκεται εντός του θεραπευτικού εύρους. Αρχικά, η εξέταση πραγματοποιείται για να καθοριστεί η κατάλληλη δόση για το άτομο. Ανάλογα με τα αποτελέσματα της εξέτασης, η δοσολογία του φαρμάκου μπορεί να αυξηθεί ή να μειωθεί ώστε να εμπίπτει εντός του θεραπευτικού εύρους. Ακολούθως, θα χρειαστούν τακτικές εξετάσεις, ώστε να ελέγχεται αν τα επίπεδα της καρβαμαζεπίνης παραμένουν εντός του εύρους αυτού. Εάν το άτομο παρουσιάζει προβλήματα υγείας ή αρχίζει να λαμβάνει κι άλλα φάρμακα, τα οποία μπορεί να επηρεάζουν τα επίπεδα της καρβαμαζεπίνης, η εξέταση θα χρησιμοποιηθεί ώστε ο γιατρός να διαπιστώσει αν απαιτείται προσαρμογή της δοσολογίας.

Ο γιατρός μπορεί να χρησιμοποιήσει την εξέταση επιπέδων καρβαμαζεπίνης για να αξιολογήσει ένα άτομο που παρουσιάζει παρενέργειες ή επανεμφάνιση συμπτωμάτων.

Η τυπική εξέταση καρβαμαζεπίνης μετρά την ολική καρβαμαζεπίνη, δηλαδή το ποσοστό της δεσμευμένης και αδέσμευτης δραστικής ουσίας στο αίμα.

Πότε απαιτείται εξέταση επιπέδων καρβαμαζεπίνης;

Οι εξετάσεις καρβαμαζεπίνης απαιτούνται συχνά κατά την έναρξη της θεραπείας και ακολούθως για να επιβεβαιωθεί ότι η συγκέντρωση διατηρείται στα σωστά επίπεδα. Επιπρόσθετες εξετάσεις καρβαμαζεπίνης μπορεί να ζητηθούν εάν η δοσολογία του φαρμάκου αλλάξει, εάν ο ασθενής αρχίσει να λαμβάνει και άλλα φάρμακα, ή αν έχει επανεμφάνιση συμπτωμάτων, όπως επιληπτικές κρίσεις, νευρικό πόνο ή διπολικές εναλλαγές της διάθεσης. Μόλις σταθεροποιηθεί συγκέντρωση καρβαμαζεπίνης αίματος, ο έλεγχός της δεν είναι απαραίτητος, όμως ο γιατρός μπορεί να σας προτείνει εξέταση σε τακτά χρονικά διαστήματα για να βεβαιωθεί ότι παραμένετε εντός του θεραπευτικού εύρους.

Η εξέταση καρβαμαζεπίνης επιπλέον ζητείται όταν η πάθηση δεν ανταποκρίνεται στη θεραπεία. Ο λόγος μπορεί να είναι ότι η συγκέντρωση δεν είναι αρκετά υψηλή, ο ασθενής δεν λαμβάνει το φάρμακο με βάση τις οδηγίες συνταγογράφησης, ή ότι το φάρμακο δεν είναι αποτελεσματικό για το συγκεκριμένο άτομο.

Εξέταση καρβαμαζεπίνης ζητείται και όταν το άτομο παρουσιάζει ανεπιθύμητες ενέργειες ή/και επιπλοκές. Οι παρενέργειες μπορούν να παρατηρηθούν σε οποιαδήποτε δοσολογία, όμως συχνά σχετίζονται με υψηλότερες συγκεντρώσεις και περιλαμβάνουν:

Άλλες παρενέργειες είναι οι εξής:

Η καρβαμαζεπίνη μπορεί κάποιες φορές να προκαλέσει προβλήματα στην ηπατική λειτουργία, χαμηλή συγκέντρωση νατρίου αίματος, μείωση στον αριθμό των λευκών αιμοσφαιρίων ή αύξηση στα ηωσινόφιλα. Σε κάποιες περιπτώσεις, η σοβαρότητα των παρενεργειών μπορεί να οδηγήσει τον ασθενή και το γιατρό να επιλέξουν ένα διαφορετικό φάρμακο για την αντιμετώπιση της πάθησης.

Διαδικασία εξέτασης

Πώς πραγματοποιείται η εξέταση επιπέδων καρβαμαζεπίνης;

Ένας επαγγελματίας υγείας θα λάβει δείγμα αίματος από μία φλέβα στο χέρι σας, χρησιμοποιώντας μία μικρή βελόνα. Όταν η βελόνα εισαχθεί, μία μικρή ποσότητα αίματος θα συλλεχθεί εντός μιας σύριγγας ή φιαλιδίου. Μπορεί να αισθανθείτε ένα μικρό τσίμπημα κατά την είσοδο ή την έξοδο της βελόνας. Η διαδικασία ολοκληρώνεται σε λιγότερο από πέντε λεπτά.

Προετοιμασία

Ποια προετοιμασία απαιτείται για την εξέταση επιπέδων καρβαμαζεπίνης;

Η καρβαμαζεπίνη επηρεάζεται από πολλά συνταγογραφούμενα και μη συνταγογραφούμενα φάρμακα, όπως από την παρακεταμόλη, τη βαρφαρίνη, τη φλουκοναζόλη, την ισονιαζίδη, τη θεοφυλλινη, την ερυθρομυκίνη, τα αντισυλληπτικά δισκία και τα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα. Επιπλέον, ο μεταβολισμός της μπορεί να αυξηθεί από άλλα αντιεπιληπτικά φάρμακα, όπως η φαινοβαρβιτάλη, η πριμιδόνη και η φαινυτοΐνη. Το αποτέλεσμα του αυξημένου μεταβολισμού είναι η μείωση της συγκέντρωσης της καρβαμαζεπίνης στο αίμα. Ορισμένα από τα προαναφερθέντα φάρμακα επίσης απαιτούν παρακολούθηση με τακτικές εξετάσεις αίματος. Και φυτικά συμπληρώματα, όπως το βαλσαμόχορτο, μπορεί να επηρεάσουν τη συγκέντρωση της καρβαμαζεπίνης. Για αυτό, οφείλετε να ενημερώσετε το γιατρό σας αναφορικά με όλα τα συνταγογραφούμενα, μη συνταγογραφούμενα φάρμακα και συμπληρώματα που λαμβάνετε.

Προετοιμασία

Ποιοι κίνδυνοι σχετίζονται με την εξέταση επιπέδων καρβαμαζεπίνης;

Ελάχιστοι κίνδυνοι συνοδεύουν μία εξέταση αίματος. Μπορεί να αισθανθείτε ήπιο πόνο ή να σχηματιστεί μικρός μώλωπας στο σημείο που εισήχθη η βελόνα, όμως τα περισσότερα συμπτώματα υποχωρούν άμεσα.

Ερμηνεία αποτελεσμάτων

Πώς ερμηνεύονται τα αποτελέσματα;

Το σύνηθες θεραπευτικό εύρος για την καρβαμαζεπίνη είναι 4-12 mg/L. Επίπεδα πάνω από 15 mg/L θεωρούνται τοξικά, όμως αυτό το όριο διαφέρει ελαφρώς από εργαστήριο σε εργαστήριο, καθώς και ανάλογα με τις μονάδες μέτρησης που χρησιμοποιούνται (4-12 mg/L αντιστοιχούν σε 20-50 μmol/L). Γιατροί και ασθενείς θα πρέπει να χρησιμοποιούν τις τιμές αναφοράς και τις μονάδες που δίδονται από το εργαστήριο που πραγματοποίησε την ανάλυση.

Εντός του θεραπευτικού εύρους, τα περισσότερα άτομα ανταποκρίνονται στη θεραπεία χωρίς υπερβολικές παρενέργειες, ωστόσο η απόκριση ποικίλλει από άτομο σε άτομο. Κάποια άτομα παρουσιάζουν επίμονες επιληπτικές κρίσεις, εναλλαγές της διάθεσης ή νευρικό πόνο στο κατώτερο όριο του θεραπευτικού εύρους, ενώ άλλοι εμφανίζουν ιδιαίτερα έντονες παρενέργειες στο ανώτερο όριο. Οι διακυμάνσεις στην ελεύθερη καρβαμαζεπίνη και το 10,11-εποξείδιο της καρβαμαζεπίνης συνεισφέρουν σε αυτή την απόκριση. Θα πρέπει να συνεργαστείτε στενά με το γιατρό σας για να βρείτε τη βέλτιστη δόση για εσάς.

Γενικά, εάν τα αποτελέσματα της εξέτασης επιπέδων καρβαμαζεπίνης εμπίπτουν εντός του θεραπευτικού εύρους και δεν παρουσιάζετε επαναλαμβανόμενες επιληπτικές κρίσεις, εναλλαγές της διάθεσης, νευρικό πόνο ή σημαντικές παρενέργειες, τότε η δοσολογία του φαρμάκου θεωρείται επαρκής. Δεν θα πρέπει να αυξήσετε, να μειώσετε ή να σταματήσετε τη λήψη του φαρμάκου χωρίς πρώτα να συμβουλευτείτε το γιατρό σας, διότι αυτό αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης μιας επιληπτικής κρίσης και μπορεί να επηρεάσει λοιπά φάρμακα που λαμβάνετε.

+ 5 πηγές

©2022 WikiHealth All Rights Reserved