Η ίνουλα (Inula helenium), ή αλλιώς γνωστή ως elecampane, είναι ένα σπάνιο πολυετές φυτό που αναπτύσσεται κυρίως στην Ευρώπη και τη Δυτική Ασία. Έχει μεγάλα χνουδωτά φύλλα και κίτρινα άνθη, τα οποία αναπτύσσονται κατά τους θερινούς μήνες. Η ρίζα της ινούλας είναι σαρκώδης και αρωματική, πλούσια σε αιθέριο έλαιο, το οποίο αποτελείται από λακτόνες, όπως η αλαντολακτόνη, και άλλες ουσίες όπως η ινουλίνη, η ρητίνη, κλπ. Η υψηλή περιεκτικότητα της ρίζας σε βιοενεργά συστατικά την καθιστά το φαρμακευτικό μέρος του φυτού, το οποίο χρησιμοποιείται συχνά για την αντιμετώπιση παθήσεων, όπως για παράδειγμα οι λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος.
Από την εποχή του Ιπποκράτη η ίνουλα χρησιμοποιούταν παραδοσιακά ως τονωτικό, αντιβηχικό, διουρητικό και χολαγωγό μέσο, ενώ στις μέρες μας είναι ιδιαίτερα γνωστή για τις αντιμικροβιακές και αποχρεμπτικές της ιδιότητες. Έχει χρησιμοποιηθεί επίσης για την αντιμετώπιση της δυσπεψίας, του στομαχόπονου και διαφόρων δερματικών παθήσεων, συμπεριλαμβανομένων του έρπη, της ψωρίασης και των αιμορροΐδων.
Εκτός από τις φαρμακευτικές ιδιότητες της ινούλας, συχνή είναι και η χρήση της ρίζας της ως αρωματική ύλη στη διαδικασία παραγωγής ποτών και παρασκευασμάτων ζαχαροπλαστικής.
Οι ρίζες της ινούλας έχουν χρησιμοποιηθεί κατά τη διάρκεια των χρόνων, στην παραδοσιακή ιατρική, για την αντιμετώπιση μιας ποικιλίας αναπνευστικών προβλημάτων, όπως το άσθμα, ο βήχας, η βρογχίτιδα, η ρινίτιδα και οι πνευμονικές λοιμώξεις.
Μελέτες in vitro έχουν δείξει πως η αλαντολακτόνη, που περιέχει η ίνουλα, είναι πιθανότατα υπεύθυνη για τη μείωση της φλεγμονής που παρατηρείται στις παθήσεις του αναπνευστικού συστήματος.
Τα εκχυλίσματα ινούλας φαίνεται πως παρουσιάζουν σημαντική αντιμικροβιακή δράση ενάντια σε αρκετά βακτήρια και μύκητες. Χαρακτηριστικά, θετικά αποτελέσματα έχουν παρατηρηθεί κατά των βακτηρίων Pseudomonas aeruginosa, Bacillus cereus και Staphylococcus aureus, ενώ επίσης η ίνουλα μπορεί να καταστείλει τη δράση του μύκητα Candida albicans, ο οποίος είναι υπεύθυνος για υποτροπιάζουσες λοιμώξεις στους ανθρώπους.
Η αλαντολακτόνη, σύμφωνα με in vitro μελέτες, μπορεί επίσης να περιορίσει τη δράση του Mycobacterium tuberculosis, το οποίο αποτελεί αιτία εμφάνισης της φυματίωσης.
Οι σεσκιτερπενικές λακτόνες φαίνεται πως αποτελούν μια σημαντική ομάδα βιοδραστικών ενώσεων της ινούλας, η οποία διαθέτει αντικαρκινικές ιδιότητες. Ενδεικτικά, σε in vitro μελέτες έχει παρατηρηθεί πιθανή αντικαρκινική δράση αυτών στις περιπτώσεις καρκίνου του μαστού, του παγκρέατος, λευχαιμίας και γλοιοβλαστώματος.
Η ρίζα της ινούλας περιέχει διάφορα συστατικά με αντιφλεγμονώδεις και αντιοξειδωτικές ιδιότητες, οι οποίες βοηθούν στην προστασία από το οξειδωτικό στρες και τις φλεγμονώδεις παθήσεις, όπως ο καρκίνος, ο διαβήτης και οι νευρολογικές ασθένειες. Η κύρια αντιοξειδωτική ένωση της ινούλας θεωρείται πως είναι η αλαντολακτόνη.
Παρόλο που η ίνουλα θεωρείται ασφαλής προς χρήση από το γενικότερο πληθυσμό, άτομα που λαμβάνουν φάρμακα για την υπέρταση ή τη διαχείριση του σακχάρου στο αίμα, άτομα που παρουσιάζουν ευαισθησία σε φυτά της ίδιας οικογένειας και εγκυμονούσες ή θηλάζουσες μητέρες πρέπει να αποφεύγουν τη χρήση της.
Στην περίπτωση ατόμων με έκζεμα ή ιστορικό αλλεργικής δερματίτιδας εξ επαφής, συνιστάται επίσης η αποφυγή της χρήσης ινούλας λόγω πιθανών επικίνδυνων παρενεργειών που μπορεί να προκύψουν.
Η πρωτεΐνη παίζει πολλούς σημαντικούς ρόλους στην ανθρώπινη υγεία και ως εκ τούτου, η κατανάλωση…
Τα τελευταία χρόνια, η συζήτηση γύρω από το σωματικό βάρος έχει γίνει τόσο για την…
Η διάσειση είναι ένας τύπος τραυματικής εγκεφαλικής βλάβης που δεν πρέπει να λαμβάνεται αψήφιστα, ιδίως…
Το σαπούνι από κατσικίσιο γάλα συγκέντρωσε πρόσφατα την προσοχή ως φυσικό θαύμα για την περιποίηση…
Ο καρκίνος του προστάτη είναι ένας από τους πιο κοινούς τύπους καρκίνου μεταξύ των ανδρών.…
Στον δυναμικό κόσμο της γυμναστικής, όπου οι τάσεις έρχονται και φεύγουν, μια προσέγγιση κερδίζει σταθερά…