Αλλεργίες

Αλλεργία (υπερευαισθησία) σε φάρμακο: Μάθετε τι είναι και τι πρέπει να κάνετε!

Πολύ συχνά ακούγεται η έννοια της “Υπερευαισθησίας στα φάρμακα”. Αξίζει όμως να μάθουμε λίγο καλύτερα πέρι τίνος πρόκειται. 

Αρχικά, η υπερευαισθησία στα φάρμακα είναι μία ανοσολογική αντίδραση, δηλαδή πρόκειται για ένα αμυντικό μηχανισμό που έχει ο οργανισμός μας απέναντι σε καθετί που θεωρεί ξένο ή επιβλαβές. Υπάρχουν διαφορετικές κατηγορίες αντιδράσεων υπερευαισθησίας:

Τύπος

Άλλη ονομασία

Μεσολαβητές

1 (Ι)

Αλλεργία (άμεση) IgE

2 (ΙΙ)

Εξαρτώμενη από αντισώματα

IgM ή IgG 

3 (ΙΙΙ)

Ανοσοσυμπλεγματικές

IgG 

4 (IV) Επιβραδυνόμενου τύπου

Τ-λεμφοκύτταρα

Φυσιοπαθολογία της υπερευαισθησίας

Τα περισσότερα φάρμακα δεδομένου του μεγεθούς τους ενώνονται με ομοιοπολικό δεσμό με τις πρωτεΐνες του ορού ή των κυττάρων καθώς και του κύριου συμπλόκου της ιστοσυμβατότητας (MHC). Αυτή η ένωση αυτόματα δημιουργεί ένα μεγαλύτερο μόριο με αποτέλεσμα να διεγείρεται το ανοσοποιητικό σύστημα και να παράγονται αντισώματα ενεργοποιώντας ουσιαστικά τα Τ-λεμφοκύτταρα . Το ίδιο συμβαίνει και με τα μεγαλύτερου μοριακού βάρους φάρμακα όπως είναι η ινσουλίνη ή τα μονοκλωνικά θεραπευτικά αντισώματα. Ορισμένα φάρμακα μπορούν μάλιστα να συνδεθούν κατευθείαν με τα MHC μόρια και να υπάρχει άμεση ενεργοποίηση των Τ-λεμφοκυττάρων. Υπάρχουν ακόμα και κάποια φάρμακα που ενεργοποιούνται αφού πρώτα περάσουν από τη διαδικασία του μεταβολισμού. Τα φάρμακα αυτά ονομάζονται προφάρμακα. Στην περίπτωση αυτή, το προφάρμακο δεν προκαλεί ανοσολογική αντίδραση, αλλά όταν μεταβολιστεί τότε μπορεί να ενωθεί με τις πρωτεΐνες που προαναφέρθηκαν. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της κατηγορίας είναι η πενικιλλίνη η οποία από μόνη της δεν αποτελέι αντιγόνο αλλά μετά το μεταβολισμό της σχηματίζεται ο μεταβολίτης ΒΡΟ που είναι ένας καθοριστικός αντιγονικός παράγοντας. 

Ωστόσο πρέπει να τονιστεί πως δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο πως οδηγείται κανείς στην πρωτογενή ευαισθητοποίηση ούτε πως συμμετέχουν στην ανοσολογική απόκριση μιας και όταν ενεργοποιείται η όλη διαδικασία μπορεί να υπάρξουν διασταυρούμενες αντιδράσεις και με άλλα φάρμακα. 

Ποια είναι όμως τα συμπτώματα και οι ενδείξεις της υπερευαισθησίας;

Αρχικά, πρέπει να τονιστεί πως τα συμπτώματα και οι ενδείξεις μπορεί να διαφέρουν μεταξύ των ασθενών αλλά και να εκδηλωθούν με διαφορετικό τρόπο ανάλογα το φάρμακο. 

Οι σημαντικότερες και πιο συχνές αντιδράσεις που μπορεί να εμφανιστούν είναι οι παρακάτω:

Υπάρχουν ωστόσο και άλλα κλινικά σύνδρομα που μπορεί να εμφανιστούν όπως τα εξής:

  • Ασθένεια ορού η οποία συνήθως εμφανίζεται μετά από 7-10 μέρες από τη χρήση του φαρμάκου προκαλώντας πυρετό, αρθραλγίες (πόνος των αρθρώσεων) και εξανθήματα. Το συγκεκριμένο σύνδρομο ανήκει στην κατηγορία Υπερευαισθησίας ΙΙΙ. Σε αυτήν την περίπτωση τα συμπτώματα υποχωρούν από μόνα τους μετά από 1-2 εβδομάδες. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των αντιβιοτικών β-λακτάμης και σουλφοναμίδης, της δεξτράνης σιδήρου και της καρβαμαζεπίνης
  • Αυτοάνοση αιμολυτική αναιμία η οποία εμφανίζεται όταν υπάρχει αντίδραση τύπου αντίσωμα-φάρμακο-ερυθροκύτταρο πχ τα αντιβιοτικά της κατηγορίας των κεφαλοσπορινών καθώς επίσης και της κεφοτετάνης  ή όταν το φάρμακο προκαλεί μεταβολές στη μεμβράνη των ερυθροκυττάρων όπως στην περίπτωση της μεθυλντόπας. Το συγκεκριμένο σύνδρομο ανήκει στην κατηγορία Υπερευαισθησίας ΙΙ
  • Σύνδρομο DRESS το οποίο είναι της κατηγορίας Υπερευαισθησίας ΙV που μπορεί να εμφανιστεί ακόμα και 12 εβδομάδες μετά την έναρξη της φαρμακευτικής αγωγής και κυρίως μπορεί να προκληθεί λόγω αύξησης της φαρμακευτικής δόσης. Τα συμπτώματα σε αυτή την περίπτωση μπορεί να επανεμφανιστούν ακόμα και αρκετές εβδομάδες μετά τη διακοπή του φαρμάκου. 
  • Εξαιτίας κάποιων φαρμάκων όπως η βλεομυκίνη, αμιοδαρόνη,νιτροφουραντοΐνη, αμφοτερικίνη β, σουλφοναμίδες και η σουλφασαλαζίνη μπορούν να προκαλέσουν πνευμονικές βλάβες, προκαλώντας αναπνευστικά προβλήματα. Οι βλάβες αυτές ανήκουν στην κατηγορία Υπερευαισθησίας ΙΙΙ και ΙV. 
  • Νεφρίτιδα μπορεί να προκληθεί από τη χρήση ΜΣΑΦ, μεθικιλλίνη, σιμετιδίνη. Στην περίπτωση νεφρικών βλαβών μπορεί η αντίδραση να οφείλεται σε διαφορετικές κατηγορίες Υπερευαισθησίας όπως I, III ή/και  IV. 
  • Ερυθηματώδης Λύκος (ΛΕΣ) εξαιτίας της χρήσης της υδραλαζίνης και της προκαϊναμίδης προκαλώντας ήπια συμπτώματα όπως  αρθραλγίες, πυρετό και εξανθήματα αλλά και πιο βαριά όπως είναι η οροσίτιδα (φλεγμονή των ορώδων μεμβρανών), υψηλός πυρετός και κακουχία

Πώς μπορώ να καταλάβω αν έχω κάποιας μορφής υπερευαισθησία φαρμάκου;

Ο τρόπος για την ανίχνευση κάποιας υπερευαισθησίας ποικίλλει. Σίγουρα για αρχή πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ώρα χορήγησης του φαρμάκου. Συνήθως μία αντίδραση υπερευαισθησίας εμφανίζεται μετά από λίγα λεπτά από τη λήψη του φαρμάκου. Υπάρχουν όμως και ειδικές εξετάσεις που αφορούν την υπερευαισθησία: 

  1. Δερματικό τεστ το οποίο χρησιμοποιείται κυρίως για της αντιδράσεις Υπερευαισθησίας Ι οι οποίες προκαλούνται εξαιτίας της απελευθέρωσης των αντισωμάτων IgE. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται κυρίως για την ανίχνευση αντιδράσεων ενάντια στα αντιβιοτικά β-λακτάμης, εμβόλια αλλά και ορμόνες. Ωστόσο πρέπει να τονιστεί πως η μέθοδος αυτή δεν είναι η πιο ασφαλής δεδομένου ότι μπορεί να υπάρξουν και λανθασμένα αποτελέσματα. Το δερματικό τεστ χρησιμοποιείται όμως ευρέως για την αντίδραση στην πενικιλλίνη σε ασθενείς που έχουν εμφανίσει στο παρελθόν κάποια αντίδραση υπερευαισθησίας μετά τη χρήση του αντιοβιοτικού. 
  2. Ένας άλλος τρόπος για να εντοπιστεί μία αντίδραση είναι να προκληθεί στον ασθενή, δηλαδή χορηγούνται διαφορετικές δόσεις από το ύποπτο φάρμακο μέχρι να εμφανιστεί η αντίδραση αυτή. Ωστόσο όπως είναι εύκολα κατανοητό η συγκεκριμένη διαδικασία θα πρέπει να γίνει σε ένα ελεγχόμενο περιβάλλον όπως αυτό του νοσοκομείου. 
  3. Αιματολογικές αντιδράσεων μέσω άμεσης και έμμεσης δοκιμής Coombs.

Τι πρέπει να κάνω άμα εμφανίσω αντίδραση Υπερευαισθήσιας σε κάποιο φάρμακο;

Το πρώτο βήμα εννοείται ότι είναι να καλέσε το γιατρό σας ή το φαρμακοποιό σας που θα σας κατευθύνουν κατάλληλα. Ωστόσο κάποια βασικά βήματα είναι τα παρακάτω:

  1. Άμεση διακοπή του φαρμάκου
  2. Χορήγηση αντιισταμινικών φαρμάκων καθώς και ΜΣΑΦ για τη μείωση του πόνου των αρθρώσεων και κορτικοστεροειδών στην περίπτωση έντονων συμπτωμάτων όπως δερματίτιδας ή βρογχοσπασμού
  3. Απευαισθητοποίηση 
  4. Στην περίπτωση αναφυλαξίας θα πρέπει να χορηγηθεί άμεσα αδρεναλίνη. 

Τι είναι η απευαισθητοποίηση;

Είναι μία μέθοδος η οποία ουσιαστικά αποσκοπεί στη σταδιακή αύξηση της δόσης του ύποπτου για αντίδραση φαρμάκου κάθε 15-20 λεπτά, ξεκινώντας πάντα από τη χαμηλότερη δυνατή δόση μέχρι την πρόκληση ήπιας και ελεγχόμενης αναφυλαξίας. Με τη διαδικασία αυτή λοιπόν, επιτυγχάνεται η συνεχής ύπαρξη του φαρμάκου στον οργανισμό του ασθενούς χωρίς ο ίδιος να λαμβάνει τη συνήθη θεραπευτική δόση. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, συνήθως στις επόμενες 48 ώρες, εμφανίζονται εκ νέου αντιδράσεις υπερευαισθησίας όπως κνησμός και εξάνθημα. Η μέθοδος αυτή είναι κατάλληλη για αντιδράσεις των κατηγοριών υπερευαισθησίας Ι.

Η διαδικασία ακολουθεί συγκεκριμένο πρωτόκολλο αύξησης της δόσης και η χορήγηση μπορεί να γίνει είτε per os, δηλαδή από το στόμα, είτε ενδοφλεβια. 

Σε κάθε περίπτωση να θυμάστε πάντα πως τα φάρμακα είναι ασφαλή, αλλά για οποιαδήποτε αντίδραση μπορεί να προκληθεί να είστε σε άμεση επικοινωνία με το γιατρό ή τον φαρμακοποιό σας!